This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Συνθήκη περί ιδρύσεως ενιαίου Συμβουλίου και ενιαίας Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Η Συνθήκη των Βρυξελλών περί ιδρύσεως ενιαίου Συμβουλίου και ενιαίας Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (γνωστή ως «Συνθήκη Συγχώνευσης») υπογράφτηκε με σαφή πρόθεση ενοποίησης των 3 τότε Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΚ) — την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕΚΑΕ που είναι κοινώς γνωστή ως «ΕΥΡΑΤΟΜ»).
Διατηρώντας τις 3 κοινότητες νομικά ανεξάρτητες, η Συνθήκη Συγχώνευσης προέβη σε εξορθολογισμό των θεσμικών οργάνων τους, συγχωνεύοντας, τα τότε ανεξάρτητα ακόμα, εκτελεστικά τους όργανα — αυξάνοντας έτσι των αριθμό των κοινών ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων σε 5 — και σε σχετικές τροποποιήσεις των 3 κοινοτικών συνθηκών.
Υπογράφηκε την Πέμπτη, και εφαρμόστηκε από την .
Πριν από τη Συνθήκη συγχώνευσης, οι 3 Ευρωπαϊκές Κοινότητες μοιράζονταν ήδη, από το 1957, βάσει της σύμβασης για ορισμένα κοινά θεσμικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων: την Κοινοβουλευτική συνέλευση (που αργότερα θα αποτελέσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο), το Δικαστήριο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.
Η Συνθήκη συγχώνευσης αποτέλεσε σημαντικό εφαλτήριο για τη δημιουργία της σύγχρονης ΕΕ. Η συνθήκη καταργήθηκε — με εξαίρεση του Πρωτοκόλλου της περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — από τη Συνθήκη του Άμστερνταμ η οποία υπογράφτηκε στις και τέθηκε σε ισχύ την .
Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στα εξής:
Συνθήκη για την ίδρυση ενιαίου Συμβουλίου και ενιαίας Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [(ΕΕ C 152 της , σ. 2-17 (DE, FR IT, NL)]
Πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (EE C 202 της , σ. 266-272)
τελευταία ενημέρωση