Πώς λειτουργεί η ολομέλεια 

Αποκορύφωμα της πολιτικής δραστηριότητας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η ολομελεία αντιπροσωπεύει την ολοκλήρωση του νομοθετικού έργου που συντελείται στις κοινοβουλευτικές επιτροπές και στις πολιτικές ομάδες.

Η ολομελεία είναι επίσης ο χώρος όπου οι αντιπρόσωποι των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης – τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου – συμμετέχουν στην ενωσιακή λήψη αποφάσεων. Συζητούν επίκαιρα θέματα και εκφράζουν την άποψή τους ψηφίζοντας σχέδια νομοθετικών πράξεων ή οποιοδήποτε άλλο ζήτημα.

Για πολύ καιρό το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λειτουργούσε ως ένα αμιγώς συμβουλευτικό όργανο.

Ωστόσο, από από τις πρώτες εκλογές με άμεση και καθολική ψηφοφορία το 1979, και χάρη στη δραστηριότητα των βουλευτών του, κατόρθωσε να εξασφαλίσει μεγαλύτερες αρμοδιότητες και να είναι ισότιμος συννομοθέτης με το Συμβούλιο στους περισσότερους τομείς όπου η ΕΕ έχει αρμοδιότητα.

Σήμερα το Κοινοβούλιο αποτελείται από 720 μέλη, προερχόμενα από τις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και διεξάγει τις συζητήσεις στην ολομέλεια σε 24 γλώσσες. Βουλευτές, υπάλληλοι, διερμηνείς και μεταφραστές υπόκεινται σε επακριβώς καθορισμένους κανόνες, προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματική διεξαγωγή της ολομέλειας .

Οι πρωταγωνιστές της ολομέλειας 

Ο/Η πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Η ολομέλεια προεδρεύεται από τον/την πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ο/Η πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επικουρείται στο έργο αυτό από τους δεκατέσσερις αντιπροέδρους, οι οποίοι μπορούν να αναλάβουν την προεδρία μιας συνεδρίασης.

Ο/Η πρόεδρος κηρύσσει την έναρξη της συνεδρίασης, ενίοτε με μια ομιλία ή αποτίωντας φόρο τιμής, ανάλογα με την τρέχουσα επικαιρότητα.

Κατά τη διάρκεια της ολομέλειας ο/η πρόεδρος δίνει τον λόγο στους βουλευτές και φροντίζει για την εύρυθμη διεξαγωγή των συζητήσεων. Επίσης επιβλέπει τη διαδικασία της ψηφοφορίας, θέτει τις τροπολογίες και τις νομοθετικές εκθέσεις προς ψήφιση και ανακοινώνει τα αποτελέσματα. Το κύρος του/της προέδρου διασφαλίζει έναν ταχύ ρυθμό στις ψηφοφορίες, οι οποίες είναι ενίοτε παρατεταμένες και πολύπλοκες.

Οι πολιτικές ομάδες

Οι περισσότεροι από τους 720 ευρωβουλευτές ανήκουν σε μία από τις πολιτικές ομάδες που εκπροσωπούν όλο το φάσμα των ιδεολογικών τάσεων . Ορισμένοι βουλευτές δεν ανήκουν σε καμιά πολιτική ομάδα, οπότε θεωρούνται "μη εγγεγραμμένοι".

Οι πολιτικές ομάδες αποφασίζουν ποια θέματα θα συζητηθούν στην ολομέλεια. Μπορούν επίσης να καταθέσουν τροπολογίες στις εκθέσεις που ψηφίζονται από την ολομέλεια ή να υποβάλουν ψηφίσματα για σημαντικά θέματα. Ενώ οι πολιτικές ομάδες προσπαθούν να συντονίσουν τον τρόπο με τον οποίο τα μέλη τους ψηφίζουν στην ολομέλεια, δεν μπορούν ωστόσο να τους υπαγορεύσουν τι να ψηφίσουν.

Το Συμβούλιο της ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της ολομέλειας με στόχο να διευκολύνουν τη συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων στο πλαίσιο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων.

Επίσης, όταν αυτό ζητηθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,εκπρόσωποι των δύο θεσμικών οργάνων προβαίνουν σε δηλώσεις ή λογοδοτούν για τη δραστηριότητα των αντίστοιχων οργάνων τους απαντώντας σε ερωτήσεις που τους θέτουν οι ευρωβουλευτές. Οι συζητήσεις αυτές ενδέχεται να περατωθούν με την έγκριση ενός ψηφίσματος.

Οι εργασίες της ολομέλειας

Το Κοινοβούλιο συνέρχεται σε ολομέλεια 12 φορές τον χρόνο στο Στρασβούργο, για μια περίοδο συνόδου τετραήμερης διάρκειας (από Δευτέρα έως Πέμπτη). Οι πρόσθετες περίοδοι συνόδου διεξάγονται στις Βρυξέλλες. Η περίοδος συνόδου υποδιαιρείται σε ημερήσιες συνεδριάσεις.

Οι δραστηριότητες της ολομέλειας επικεντρώνουν κυρίως σε συζητήσεις και ψηφοφορίες. Μόνο τα κείμενα που έχουν ψηφιστεί από την ολομέλεια αποτελούν επίσημες πράξεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Οι πράξεις αυτές εμπίπτουν σε διαφορετικές κατηγορίες, ανάλογα με το εξεταζόμενο θέμα και την εφαρμοζόμενη διαδικασία. Τα πιο συνηθισμένα κείμενα περιλαμβάνουν:

  • Νομοθετικές εκθέσεις: είναι τα κείμενα που εξετάζονται από το Κοινοβούλιο στο πλαίσιο διάφορων ενωσιακών νομοθετικών διαδικασιών: συνήθης νομοθετική διαδικασία, έγκριση και διαβούλευση. Η συνήθης νομοθετική διαδικασία δίνει στο Κοινοβούλιο ρόλο νομοθέτη σε βάση ισοτιμίας με το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως εκ τούτου, ορισμένες κοινοβουλευτικές εκθέσεις έχουν μεγαλύτερη νομοθετική «βαρύτητα» από άλλες.
  • Εκθέσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού: το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ συναποτελούν την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία κάθε χρόνο καθορίζει τις δαπάνες και τα έσοδα της Ένωσης.
  • Μη νομοθετικές εκθέσεις και ψηφίσματα: συντάσσονται από το Κοινοβούλιο με ίδια πρωτοβουλία, συχνά στο πλαίσιο της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής. Εγκρίνοντας τα κείμενα αυτά, το Κοινοβούλιο απευθύνεται στα άλλα ευρωπαϊκά θεσμικά ή επικουρικά όργανα, στις εθνικές κυβερνήσεις, ή και σε χώρες και οργανισμούς εκτός ΕΕ, για να επιστήσει την προσοχή τους σε ένα συγκεκριμένο θέμα. . Μολονότι δεν έχουν νομοθετική ισχύ, τα κείμενα αυτά είναι απαραίτητα για να ασκήσει το Κοινοβούλιο δημοκρατικό έλεγχο σε άλλα θεσμικά όργανα και να τα καλέσει να λογοδοτήσουν, καθώς και να ασκήσει πολιτική πίεση για συγκεκριμένες απαντήσεις στο εκάστοτε ζήτημα.

Κατά τη διάρκεια της ολομέλειας, το Κοινοβούλιο μπορεί να αποφασίσει να εκφράσει τη γνώμη του για οποιοδήποτε θέμα θεωρεί σημαντικό. Μπορεί επίσης να ζητήσει από την Επιτροπή να υποβάλει κατάλληλη πρόταση για θέματα που κατά την άποψή του Κοινοβουλίου απαιτούν την έγκριση νομοθετικής πράξης.

Η συνεδρίαση περιλαμβάνει επίσης χρόνο που προορίζεται για ερωτήσεις σχετικά με ένα συγκεκριμένο θέμα με εκπροσώπους του Συμβουλίου ή/και της Επιτροπής.

Τα πρακτικά κάθε συνεδρίασης παρέχουν λεπτομέρειες για τις ακριβείς διαδικασίες και τις εργασίες της ημέρας (έγγραφα που κατατέθηκαν, συζητήσεις, ψηφοφορίες, αιτιολογήσεις ψήφου, διορισμοί κ.λπ.). Τα αποτελέσματα των ψηφοφοριών επισυνάπτονται επίσης στα πρακτικά.

Ημερήσια διάταξη της ολομέλειας

Οι συνεδρίες της ολομέλειας αποτελούνται από μεγάλο αριθμό συμμετεχόντων και επομένως δεν μπορούν να λειτουργήσουν με αυτοσχεδιασμούς. Αντιθέτως, απαιτούν ενδελεχή προετοιμασία, στο μέτρο του εφικτού. Η ημερήσια διάταξη της ολομέλειας καταρτίζεται αναλυτικά από τη Διάσκεψη των Προέδρων, η οποία αποτελείται από τους επικεφαλής των πολιτικών ομάδων και τον/την πρόεδρο του Κοινοβουλίου.

Παράλληλα, η Διάσκεψη των Προέδρων των Επιτροπών (αποτελούμενη από τους προέδρους όλων των μόνιμων και προσωρινών κοινοβουλευτικών επιτροπών) μπορεί να υποβάλει συστάσεις στη Διάσκεψη των Προέδρων σχετικά με τις εργασίες των επιτροπών και την κατάρτιση της ημερήσιας διάταξης της ολομέλειας. Το ετήσιο χρονοδιάγραμμα εργασιών του Κοινοβουλίου εγκρίνεται κάθε χρόνο στην ολομέλεια με βάση πρόταση της Διάσκεψης των Προέδρων. Το ημερολόγιο υποδεικνύει τις εβδομάδες που προορίζονται για τις συνεδριάσεις των επιτροπών και για τις συνεδριάσεις των πολιτικών ομάδων.

Η ημερήσια διάταξη της ολομέλειας δείχνει επίσης εάν οι διάφορες συζητήσεις θα οδηγήσουν σε ψηφοφορία επί πρότασης ψηφίσματος. Πρόκειται για μη νομοθετική πράξη που παρουσιάζει τη θέση του Κοινοβουλίου σε ένα δεδομένο θέμα.

Το Κοινοβούλιο ανταποκρίνεται σταθερά στις τελευταίες εξελίξεις σε οποιοδήποτε σημαντικό θέμα και δεν διστάζει να αλλάξει την ατζέντα του.

Η ολομέλεια στην πράξη 

Πριν από την απόφαση, ο χρόνος της συζήτησης

Μια κοινοβουλευτική έκθεση που υποβάλλεται σε ψηφοφορία έχει συνήθως αποτελέσει προηγουμένως αντικείμενο συζήτησης, κατά τη διάρκεια της οποίας εκφράζουν τις απόψεις τους η Επιτροπή, οι εκπρόσωποι των πολιτικών ομάδων, καθώς και μεμονωμένοι βουλευτές. Ο χρόνος αγόρευσης για κάθε βουλευτή, συχνά πολύ περιορισμένος, εξαρτάται από τον αριθμό των βουλευτών που έχουν ζητήσει τον λόγο.

Αντίθετα από τις ψηφοφορίες της ολομέλειας, που συχνά είναι σύντομες, οι συζητήσεις διαρκούν ενίοτε αρκετές ώρες, ανάλογα με τον αριθμό των βουλευτών που επιθυμούν να παρέμβουν. Οι βουλευτές εκφράζονται συνήθως στη μητρική τους γλώσσα, ενώ η ομιλία τους μεταφράζεται ταυτόχρονα από τους διερμηνείς του Κοινοβουλίου στις άλλες επίσημες γλώσσες της Ένωσης.

Ο χρόνος αγόρευσης κατανέμεται σύμφωνα με τον ακόλουθο κανόνα: το πρώτο μέρος του κατανέμεται εξίσου μεταξύ όλων των πολιτικών ομάδων και το δεύτερο μέρος κατανέμεται μεταξύ των πολιτικών ομάδων αναλόγως του συνολικού αριθμού των μελών τους.

Οι βουλευτές που επιθυμούν να μιλήσουν από το κέντρο της αίθουσας προστίθενται στον κατάλογο αγορητών ανάλογα με τη σειρά μεγέθους της ομάδας τους. Προτεραιότητα αγόρευσης μπορεί να δοθεί στους εισηγητές (ευρωβουλευτές από την αρμόδια επιτροπή ή τις αρμόδιες επιτροπές που ηγούνται σε ένα συγκεκριμένο θέμα) και σε εκπροσώπους άλλων γνωμοδοτικών επιτροπών.

Διακεκριμένοι επισκέπτες έρχονται τακτικά για να απευθυνθούν στο Κοινοβούλιο, συμπεριλαμβανομένων των αρχηγών κρατών, οι οποίοι συνήθως γίνονται δεκτοί σε επίσημη συνεδρίαση.

Ψηφοφορία στην ολομέλεια

Οι ψηφοφορίες διεξάγονται συνήθως προς το μεσημέρι. Τα μέλη ψηφίζουν επί των νομοθετικών πράξεων και ψηφισμάτων αλλά και επί μεμονωμένων τροπολογιών ή παραγράφων των κειμένων Κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας επί κοινοβουλευτικής έκθεσης ή ψηφίσματος, οι βουλευτές μπορούν να αλλάξουν το κείμενο που τους υποβάλλεται εγκρίνοντας τροπολογίες. Οι τροπολογίες μπορεί να έχουν στόχο να διαγράψουν, να αναδιατυπώσουν, να αντικαταστήσουν ή να εμπλουτίσουν το περιεχόμενο του υπό εξέταση κειμένου. Οι βουλευτές ψηφίζουν πρώτα για κάθε τροπολογία ξεχωριστά και στη συνέχεια για το σύνολο του κειμένου όπως τροποποιήθηκε.

Οι βουλευτές ψηφίζουν συνήθως με ανάταση χειρός και ο/η πρόεδρος της συνεδρίασης υπολογίζει τις πλειοψηφίες σε κάθε περίπτωση. Σε περίπτωση αβεβαιότητας, ο/η πρόεδρος ζητά ηλεκτρονική ψηφοφορία για να επιβεβαιώσει τον αριθμό σε κάθε πλευρά.

Ψηφοφορία με ονομαστική κλήση διεξάγεται εφόσον το ζητήσει μια πολιτική ομάδα ή τουλάχιστον το 5% του συνόλου των βουλευτών το απόγευμα που προηγείται της ψηφοφορίας. Στην περίπτωση αυτή, η ψήφος κάθε βουλευτή καταγράφεται και στη συνέχεια δημοσιοποιείται σε παράρτημα των συνοπτικών πρακτικών της ολομέλειας. . Αντιστρόφως, μυστική ψηφοφορία μπορεί να ζητηθεί από το 20% όλων των ευρωβουλευτών.

Στην ολομέλεια, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφασίζει συνήθως με απλή πλειοψηφία. Η απαρτία (ο ελάχιστος αριθμός παρόντων βουλευτών προκειμένου να είναι έγκυρο το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας) επιτυγχάνεται όταν είναι παρόντες στο ημικύκλιο το ένα τρίτο των βουλευτών. Εάν τουλάχιστον 39 βουλευτές που είναι παρόντες  στην αίθουσα ζητήσουν να διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει απαρτία ή εάν βρίσκονται λιγότεροι από 39 βουλευτές στην αίθουσα, η ψηφοφορία μπορεί να μεταφερθεί στην επόμενη συνεδρίαση.

Η Επιτροπή μπορεί να τοποθετηθεί μετά την ψηφοφορία και να γνωστοποιήσει τα συμπεράσματά της. Στο τέλος του χρόνου της ψηφοφορίας, οι βουλευτές που επιθυμούν μπορούν να πάρουν τον λόγο για να προβούν σε αιτιολόγηση της ψήφου τους παρουσιάζοντας τη δική τους ανάλυση και εξηγώντας το σκεπτικό των ίδιων ή της ομάδας τους.

Μπορείτε να παρακολουθήσετε τις συνεδριάσεις της ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διαδικτυακά τόσο ζωντανά όσο και μαγνητοσκοπημένα.