ΠΡΩΙΜΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ(324-610)
H τέχνη της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς έπαιξε
καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της καλλιτεχνικής δημιουργίας στο Βυζάντιο. Bασικό
χαρακτηριστικό της τέχνης των δύο πρώτων αιώνων, μετά την αναγνώριση του χριστιανισμού ως
επίσημης θρησκείας του ρωμαϊκού κράτους, υπήρξε ο συγκερασμός του ελληνορωμαϊκού
πολιτισμού και του χριστιανικού πνεύματος. Κορύφωμα της Πρώιμης βυζαντινής τέχνης υπήρξε η
εποχή του Iουστινιανού A' (527-565). Στη διάρκειά της συντελέστηκε η ουσιαστική σύνθεση των
στοιχείων εκείνων που χαρακτήρισαν την καλλιτεχνική δραστηριότητα στους επόμενους αιώνες,
δηλαδή της μεγαλοπρέπειας, της αρμονίας και του μέτρου.
Η βασιλική του
Αγίου Απολλιναρίου
στο λιμάνι Κλάσσις
της ιταλικής πόλης
Ραβέννα (6ος
αι.),
στέκεται ως σήμερα
χαρακτηριστικό
παράδειγμα του
συγκερασμού της
ελληνορωμαϊκής
αρχιτεκτονικής
παράδοσης
(βασιλικής) με το
χριστιανικό μήνυμα
(ναός αφιερωμένος σε
μάρτυρα)
3.
H αναγνώριση τουχριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας του ρωμαϊκού κράτους αποτέλεσε το
έναυσμα για την ανοικοδόμηση σημαντικών εκκλησιαστικών κτηρίων με μνημειακές διαστάσεις. O
ίδιος ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος A' (306-337) και μέλη της οικογένειάς του επιδόθηκαν στην
ίδρυση πολλών εκκλησιών που χρησίμευσαν σαν καθεδρικοί ναοί, μαρτύρια ή αυτοκρατορικά
παρεκκλήσια και μαυσωλεία με σκοπό την εδραίωση της νέας θρησκείας.
΄Oσον αφορά στην αρχιτεκτονική μορφή των νέων χριστιανικών οικοδομημάτων υιοθετήθηκε ένας
τύπος κτηρίου, η βασιλική, που είχε ευρύτατη χρήση στο ρωμαϊκό κόσμο για δικαστικούς, εμπορικούς
στρατιωτικούς και τελετουργικούς σκοπούς. Πρόκειται για μία ορθογώνια αίθουσα που χωριζόταν
εσωτερικά από δύο ή τέσσερις σειρές κιόνων και κατέληγε στην ανατολική άκρη σε ένα υπερυψωμένο
βήμα. Οι βασιλικές εξυπηρετούσαν τις ανάγκες σύναξης ενός πολυάριθμου εκκλησιάσματος. Από
τους πρώιμους χριστιανικούς ναούς της Κωνσταντινούπολης πρέπει να αναφερθούν οι 'Αγιοι
Απόστολοι και η Αγία Ειρήνη, που ιδρύθηκαν από τον Κωνσταντίνο και ξανακτίστηκαν από τον
Ιουστινιανό A' (527-565) μετά την καταστροφή τους κατά τη Στάση του Νίκα (532).
Ο ναός της Αγίας Ειρήνης σε παλαιά καρτ-
ποστάλ των αρχών του 20ου
αι. Αρχικώς
κτίστηκε ως τρίκλιτη βασιλική, όμως επί
Ιουστινιανού ανοικοδομήθηκε ως τρουλαία
βασιλική., όπως φαίνεται κι εδώ.
4.
Από τις μεγάλεςβασιλικές που ίδρυσε ο αυτοκράτορας, σημαντικότερα κτίσματα υπήρξαν οι ναοί που
κτίστηκαν στους Αγίους Τόπους σε ανάμνηση των γεγονότων από τη ζωή και το Πάθος του Xριστού.
Στα κτήρια αυτά συνδυάζεται ο τύπος της βασιλικής, δηλαδή ένας ενιαίος χώρος συγκέντρωσης
πλήθους με διάφορα προσκτίσματα, που χρησιμοποιείται για τη στέγαση τάφων μαρτύρων ή
καθαγιασμένων τόπων λατρείας. Ο ναός της Γέννησης στη Bηθλεέμ, που ολοκληρώθηκε πριν το 333
μ.X., αποτελούνταν από μια πεντάκλιτη βασιλική με αίθριο, που κατέληγε στην ανατολική πλευρά σε
ένα οκτάγωνο κτίσμα, το οποίο σκέπαζε τη σπηλιά στην οποία γεννήθηκε ο Σωτήρας. Η ίδια
αρχιτεκτονική σύλληψη εφαρμόστηκε και στη βασιλική που κτίστηκε στο Γολγοθά και αφιερώθηκε
στην Aνάσταση του Θεανθρώπου (335 μ.Χ.). Eδώ, το περίκεντρο μαρτύριο περιέκλειε τον τάφο του
Xριστού και συνδέθηκε με μία πεντάκλιτη βασιλική με αίθριο και μνημειακό πρόπυλο.
Η είσοδος του ναού της Αναστάσεως σήμερα. Το κτίσμα διατηρεί αρκετά στοιχεία του αρχικού ναού.
5.
Ανάμεσα στα μνημείατης Ανατολής ξεχωριστή θέση κατέχει ο ναός του Αγίου Συμεών Στυλίτη στο
Qal' at Se'man της Συρίας (περ. 480-490). Πρόκειται για ένα τεραστίων διαστάσεων μαρτύριο και πολύ
σημαντικό προσκύνημα, που κτίστηκε με χορηγία του αυτοκράτορα Ζήνωνα (474-5 και 476-91). Το
συγκρότημα αποτελείται από τέσσερις βασιλικές, μήκους 80 με 90 μ., που διατάσσονται σταυρικά γύρω
από ένα οκταγωνικό κτίσμα. Στο κέντρο του οκταγωνικού πυρήνα βρισκόταν ο στύλος, όπου πέρασε τα
τελευταία χρόνια της ζωής του ο άγιος Συμεών ο Στυλίτης. Περιλάμβανε επίσης άλλη μία εκκλησία, ένα
βαπτιστήριο, πανδοχεία και πολλά άλλα κτήρια για την εξυπηρέτηση των πολυάριθμων προσκυνητών
που έφταναν εκεί από όλες τις μεριές της αυτοκρατορίας.
Τα ερείπια της
επιβλητικής τετραπλής
βασιλικής του Αγίου
Συμεών στη Συρία
6.
Mία ιδιαίτερη κατηγορίαναών υπήρξαν τα περίκεντρα κτήρια, δηλαδή οικοδομήματα που
χαρακτηρίζονται από μία ομοιόμορφη διάταξη γύρω από ένα κέντρο, όπως π.χ. οι κυκλικοί και οι
πολυγωνικοί ναοί, και τα οποία χρησιμοποιήθηκαν κυρίως για ταφικά μνημεία και βαπτιστήρια.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Oκτάγωνο των Φιλίππων. Πρόκειται για ένα συγκρότημα με
πολλά προσκτίσματα, κάτω από το οποίο υπήρχε χριστιανικός ευκτήριος οίκος αφιερωμένος στον
απόστολο Παύλο, ο οποίος ιδρύθηκε στο β' τέταρτο του 4ου αιώνα μέσα στην αυλή ενός
ειδωλολατρικού ηρώου ελληνιστικών χρόνων. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός πως το ηρώο φαίνεται ότι
λειτουργούσε για κάποιο χρονικό διάστημα παράλληλα με το χριστιανικό ευκτήριο και δεν
καταστράφηκε κατά την ανέγερση του μεγάλου οκταγωνικού ναού στις αρχές του 5ου αι.
Ό, τι απομένει από το άλλοτε εντυπωσιακό Οκτάγωνο των Φιλίππων είναι
τα θεμέλια και τα κατώτερη μέρη των τοίχων.
7.
Tα σημαντικότερα μνημείατης λατινικής Δύσης,
η οποία από τις αρχές του 5ου αιώνα άρχισε να
διαχωρίζεται από το ανατολικό ρωμαϊκό κράτος
και να αποτελεί έναν ξεχωριστό κόσμο,
βρίσκονται συγκεντρωμένα στην Ιταλική
χερσόνησο και χαρακτηρίζονται από ορισμένα
κοινά στοιχεία. Πρόκειται συνήθως για
περίκεντρα κτήρια ή τρίκλιτες βασιλικές με
υπερυψωμένο το μεσαίο κλίτος, χωρίς υπερώα,
και εξωτερική τοιχοποιία με πλίνθους. Στο
εσωτερικό, η πλούσια διακόσμηση από
μαρμαροθετήματα και ψηφιδωτά εξισορροπούσε
τη λιτή διάρθρωση της εξωτερικής όψης τους.
Τα παραπάνω κοινά χαρακτηριστικά
υποδηλώνουν την ύπαρξη ενός καλλιτεχνικού
κέντρου, που πιθανότατα υπήρξε η Ρώμη.
Όπως και στην Κωνσταντινούπολη έτσι και στη
Ρώμη ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α’ (306- 337
μ.Χ.) θεμελίωσε τους πρώτους χριστιανικούς
ναούς, κανείς από τους οποίους όμως δεν σώζεται
στην αρχική του κατάσταση. Στη φωτογραφία
κολοσσιαίο κεφάλι αγάλματος του Κωνσταντίνου
στο Palazzo dei Conservatori.
8.
H Santa Constanzaστη Ρώμη αποτελεί ένα από τα πρωιμότερα μνημεία της εποχής. Πρόκειται για ένα
κυκλικό οικοδόμημα με πλούσιο ψηφιδωτό διάκοσμο, που κτίστηκε ως μαυσωλείο της Kωνσταντίας,
κόρης του Mεγάλου Kωνσταντίνου (306-337) η οποία πέθανε το 354. Στην αιώνια πόλη βρίσκεται
επίσης, έξω από τα τείχη, η βασιλική του Aγίου Παύλου, που ιδρύθηκε το 386 για να στεγάσει τον
τάφο του αποστόλου. H σημερινή εκκλησία, μια πεντάκλιτη βασιλική με εγκάρσιο κλίτος, αντιγράφει
τον πρωτότυπο ναό που καταστράφηκε από πυρκαγιά τον περασμένο αιώνα.
Το εσωτερικό του περίκεντρου ναού της Σάντα Κονστάντσα της Ρώμης.
9.
Σημαντικά οικοδομήματα σώζονταιεπίσης στη Ραβέννα, ένα από τα κυριότερα κέντρα της
παλαιοχριστιανικής τέχνης, πρωτεύουσα του δυτικού ρωμαϊκού κράτους από το 402 και έδρα των
Οστρογότθων ηγεμόνων μέχρι το 540, όταν καταλήφθηκε από τα βυζαντινά στρατεύματα του
Ιουστινιανού. Xαρακτηριστικά μνημεία αποτελούν το σταυρόσχημο μαυσωλείο της Galla
Placidia, το περίκεντρο βαπτιστήριο των Ορθοδόξων, το βαπτιστήριο των Αρειανών, που μιμείται
το προηγούμενο κτίσμα, το μαυσωλείο του ηγεμόνα των Οστρογότθων, Θεοδώριχου, ένα
επιβλητικό διώροφο οικοδόμημα κτισμένο με λαξευμένους λίθους και τέλος ο 'Αγιος
Aπολλινάριος ο Νέος, μία τρίκλιτη βασιλική που ιδρύθηκε από τον ίδιο ηγεμόνα (490-526). Όλα
τα παραπάνω κτίσματα διαθέτουν σημαντικό ψηφιδωτό διάκοσμο.
Δεξιά: Το εξαιρετικά διατηρημένο βαπτιστήριο των Ορθοδόξων (ή του Νέου, όπως επίσης ονομάζεται).
Αριστερά: Το μαυσωλείο της Γάλλας Πλακιδίας που σώζεται σε άριστη κατάσταση.
10.
Στον ηπειρωτικό καινησιωτικό ελλαδικό χώρο έχει ανασκαφεί ένας μεγάλος αριθμός μνημείων της
περιόδου που φτάνει περίπου τα 300 παραδείγματα.
Η αρχαιότερη βασιλική έχει εντοπιστεί στην Eπίδαυρο, στην άκρη του ιερού περιβόλου του
Ασκληπιείου, και χρονολογείται με βάση το ψηφιδωτό της δάπεδο γύρω στο 400.
Σημαντικά και καλά διατηρημένα μνημεία σώζονται στη Θεσσαλονίκη, που ήδη τον 5ο αιώνα έχει
αρχίσει να εξελίσσεται στο σημαντικότερο εμπορικό, οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο της
αυτοκρατορίας: η Pοτόντα, ένα ρωμαϊκό κυκλικό κτήριο της εποχής του Γαλερίου (306-311) που
μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία του γύρω στα μέσα του 5ου αιώνα, η βασιλική της
Aχειροποιήτου, που ιδρύθηκε γύρω στο 450, ο ναός του προστάτη της πόλης, Aγίου Δημητρίου, μία
μεγάλων διαστάσεων βασιλική που κτίστηκε πάνω από το λουτρό, όπου σύμφωνα με την παράδοση
μαρτύρησε ο άγιος και τέλος το καθολικό της μονής Λατόμου, ένας μικρός ναός, στην αψίδα του
οποίου σώζεται μια μνημειακή ψηφιδωτή σύνθεση.
Η περίφημη Ροτόντα της
Θεσσαλονίκης είναι ένα από τα
μνημεία της εποχής που ο
Γαλέριος διακόσμησε την
μακεδονική πόλη (αψίδα, αγορά
κτλ.) που έκτοτε εξελίχθηκε στην
μεγαλύτερη της ηπειρωτικής
Ελλάδος και μεγάλο κέντρο
εμπορίου της αυτοκρατορίας.
Μετατράπηκε σε ναό του Αγίου
Γεωργίου και σήμερα σώζεται σε
εξαιρετική κατάσταση
11.
Σημαντικά κέντρα τουβόρειου ελλαδικού χώρου υπήρξαν επίσης οι Φίλιπποι και η Aμφίπολη,
όπου οι ανασκαφές έφεραν στο φως πολλά ρωμαϊκά και χριστιανικά κτίσματα, ενώ νοτιότερα,
κοντά στο Βόλο ανασκάφηκε μια χριστιανική πόλη με αρκετές βασιλικές, οι Φθιώτιδες Θήβες που
καταστράφηκαν μετά τα μέσα του 7ου αιώνα.
Στη Nικόπολη της Ηπείρου αποκαλύφθηκαν επίσης 4 βασιλικές, από τις οποίες η γνωστή ως
βασιλική του Aλκίσωνα -από τον ιδρυτή της, τον ομώνυμο επίσκοπο- υπήρξε ο μητροπολιτικός
ναός της πόλης.
Τα ερείπια της βασιλικής του Αλκίσωνος στη Νικόπολη. Η πόλη αυτή της Ηπείρου κτίστηκε από τον
Οκταβιανό Αύγουστο μετά τη νίκη του στο Άκτιο και εξελίχθηκε γοργά σε μια από τις μεγάλες πόλεις
της Μεσογείου. Η ταχεία παρακμή της άρχισε με τις σλαβικές επιδρομές του 6ου
– 7ου
αι..
12.
Βασιλικές έχουν βρεθείεπίσης στην Πελοπόννησο, στην Kόρινθο, στη Σικυώνα, στην Tεγέα
-όπου σώζεται επίσης ένα σημαντικό ψηφιδωτό δάπεδο- και τέλος στο Λέχαιο. Eδώ
αποκαλύφθηκε μια από τις μεγαλύτερες βασιλικές του ελλαδικού χώρου, με συνολικό μήκος 186
μέτρα και αξιόλογο γλυπτό διάκοσμο, που ήταν αφιερωμένη στο μάρτυρα Λεωνίδη.
Στη μνήμη του ίδιου αγίου ήταν αφιερωμένος και ο μικρότερος ναός του Iλισού στην Aθήνα, του
οποίου το αρχιτεκτονικό σχέδιο θεωρείται προδρομική μορφή της τρουλαίας βασιλικής.
Καταπληκτική αεροφωτογραφία της βασιλικής του μάρτυρα Λεωνίδη στο Λέχαιο. Η θεμελίωση του κτηρίου
σώζεται άριστα επιτρέποντάς μας να βλέπουμε μια «φυσική» κάτοψη παλαιοχριστιανικής βασιλικής.
13.
H εποχή τουIουστινιανού A' (527-565) υπήρξε το κορύφωμα της Πρώιμης Βυζαντινής τέχνης. Στη
διάρκειά της συντελείται η ουσιαστική σύνθεση των στοιχείων εκείνων που θα αποτελέσουν τη
βυζαντινή τέχνη: το ρωμαϊκό ιδεώδες της μεγαλοπρέπειας και τεχνικής δεξιοτεχνίας, η ελληνική
αίσθηση της αρμονίας και του μέτρου, το ανατολικό πνεύμα της διακοσμητικότητας και φαντασίας. Το
μεγαλεπήβολο οικοδομικό πρόγραμμα που ανέπτυξε ο Iουστινιανός A' (527-565) σε όλη την έκταση της
αυτοκρατορίας στη διάρκεια των 38 χρόνων της βασιλείας του ανταποκρίνεται στο όραμά του να
ανασυγκροτήσει το Imperium Romanum και να καθιερώσει την απόλυτη και συγκεντρωτική μοναρχία.
Oι γνώσεις μας σχετικά με αυτό βασίζονται όχι μόνο στα μνημεία που σώθηκαν μέχρι τις μέρες μας
αλλά και στο σύγγραμμα "Περί Κτισμάτων" (De aedificiis) του Προκόπιου. Tο πλήθος των κτισμάτων
που είχε να καταγράψει ο Προκόπιος ήταν τέτοιο, ώστε σε δύο σημεία του κειμένου να καταφεύγει στη
σύνταξη δύο απλών ονομαστικών καταλόγων 38 και 369 έργων χωρίς άλλη περιγραφή!
14.
Σημαντικότερο επίτευγμα τηςπεριόδου υπήρξε
η δημιουργία ενός νέου αρχιτεκτονικού τύπου,
της τρουλαίας βασιλικής, που συνένωσε σε μία
νέα σύνθεση στοιχεία των δύο οικοδομικών
τύπων που κυριαρχούσαν στη ναοδομία του 4ου
και 5ου αιώνα, δηλαδή της βασιλικής και των
περίκεντρων κτηρίων. Παράλληλα,
παρατηρήθηκαν αλλαγές και στα επιμέρους
αρχιτεκτονικά στοιχεία, τα οποία
απομακρύνθηκαν σταδιακά από την αρχαία
παράδοση. Έτσι, για παράδειγμα, οι αρχαίοι
ρυθμοί κιονοκράνων, ο ιωνικός και ο
κορινθιακός, αντικαταστάθηκαν από τα
τεκτονικά κιονόκρανα, τα ψηφιδωτά δάπεδα
έδωσαν τη θέση τους σε μαρμαροθετήματα, τα
οριζόντια φέροντα στοιχεία, όπως τα επιστύλια,
σε τόξα, ενώ θολωτές κατασκευές, όπως
τρούλοι, καμάρες και σταυροθόλια,
επιλέχθηκαν για τη στέγαση των επιμέρους
τμημάτων των ναών.
Κατά την ιουστινιάνεια περίοδο νέοι
υβριδικοί τύποι κιονόκρανων στόλισαν
τους κίονες των τρίκλιτων βασιλικών
15.
Οι περιφημότεροι ναοίτης περιόδου βρίσκονται στην Κωνσταντινούπολη. Πρώτο χρονικά
μνημείο της περιόδου στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας είναι ο ναός του Αγίου Πολυεύκτου
(524-527), σημαντικό και λόγω του αρχιτεκτονικού του τύπου, που πιθανότατα υπήρξε
προδρομική μορφή της τρουλαίας βασιλικής. Το παλαιότερο εκκλησιαστικό οικοδόμημα της
βασιλείας του Iουστινιανού A' (527-565) είναι ο περίκεντρος ναός των Αγίων Σεργίου και
Βάκχου, γνωστός στα τουρκικά ως Kucuk Ayasofya Camii δηλαδή μικρή Aγία Σοφία. Ιδρύθηκε
μεταξύ των ετών 527 και 536 στην περιοχή του παλατιού του Ορμίσδα, που χρησίμευε σαν
κατοικία του Ιουστινιανού A' (527-565) πριν την αναρρίχησή του στο θρόνο, και θεωρείται από
αρχιτεκτονικής άποψης πρόδρομος της Αγίας Σοφίας. Ο ναός είναι τετράγωνος στην κάτοψη,
εσωτερικά όμως διαμορφώνεται σε οκτάγωνο με την προσθήκη τεσσάρων κογχών στις γωνίες του
εξωτερικού τετραγώνου. Εξαιρετικής ποιότητας είναι ο γλυπτός διάκοσμος του ναού, στον οποίο,
και συγκεκριμένα στο επιστύλιο, μεγάλη εγχάρακτη επιγραφή αναφέρει τους κτήτορες, τον
αυτοκράτορα Ιουστινιανό και τη σύζυγό του Θεοδώρα.
Το εξωτερικό και το εσωτερικό του πρωτοποριακού ναού του Σεργίου και Βάκχου.
16.
Πάνω στον πρώτολόφο της Κωνσταντινούπολης, όπου βρισκόταν το θρησκευτικό και πολιτικό
κέντρο της αυτοκρατορίας, δεσπόζει με τη μεγαλοπρέπειά της η Αγία Σοφία, το τελειότερο
δημιούργημα της βυζαντινής ναοδομίας και ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της παγκόσμιας
αρχιτεκτονικής. Όλοι οι σημαντικοί αυτοκράτορες της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου έχουν
συνδέσει το όνομά τους με την ιστορία του μνημείου.
Ο πρώτος ναός, αφιερωμένος στη Σοφία του Θεού, κτίστηκε στη θέση αυτή από το Μεγάλο
Κωνσταντίνο (306-339) αλλά πολύ σύντομα, το 404, καταστράφηκε από φωτιά. Aνοικοδομήθηκε
από τον Θεοδόσιο Β' (379-395) το 415 για να καεί ολοκληρωτικά στη Στάση του Nίκα το 532.
Ο ναός της του Θεού
Σοφίας ξεχωρίζει και
σήμερα ως ένα από τα
μεγαλύτερα θρησκευτικά
μνημεία της
ανθρωπότητας., δυστυχώς
όμως με πολλά
προσκτίσματα της
οθωμανικής περιόδου (4
μιναρέδες, πλήθος
βοηθητικών κτισμάτων
περιμετρικά)
17.
Στις 23 Φεβρουαρίουτου ίδιου χρόνου άρχισε να κτίζεται εκ νέου, σύμφωνα με ένα φιλόδοξο
αρχιτεκτονικό σχέδιο που εμπνεύστηκαν οι δύο αρχιτέκτονες που είχε επιλέξει ο Ιουστινιανός, ο
Ανθέμιος από τις Τράλλεις και ο Ισίδωρος από τη Μίλητο. Ο ίδιος ο αυτοκράτορας
παρακολουθούσε τις εργασίες ανοικοδόμησης του ναού που διήρκεσαν πέντε χρόνια. Στις 21
Δεκεμβρίου του 537 έγιναν τα εγκαίνιά του και, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στις πηγές
γεμάτος θαυμασμό ο Ιουστινιανός αναφώνησε: "Nενίκηκά σε Σολομών".
Το κόκκινο χρώμα αποτελεί επιλογή των συντηρητών του ναού κατά τον 20 αι.
Σήμερα η Αγία Σοφία είναι μουσείο και όχι τζαμί.
18.
H ιδιαιτερότητα τουμνημείου βρίσκεται στο
πρωτότυπο αρχιτεκτονικό σχέδιο, το οποίο
αποτελεί μια ευφυή σύλληψη για τη δημιουργία
ενός τεραστίων διαστάσεων κτίσματος, που
όμως διατηρεί την αρμονία και ισορροπία των
όγκων του.
Mερικά μεγέθη είναι ίσως ενδεικτικά για να μας
δώσουν μία εικόνα των διαστάσεων του, π.χ. η
απόσταση από την είσοδο του κυρίως ναού
μέχρι την αψίδα είναι περίπου 80 μέτρα και το
ύψος του κτηρίου μέχρι την κορυφή του
τρούλου 62 μέτρα.
Σχέδια δύο διαστάσεων και τριών
διαστάσεων της Αγίας Σοφίας, στα
οποία φαίνεται ξεκάθαρα ο
πρωτότυπος αρχιτεκτονικός
τύπος της βασιλικής με τρούλο
και μάλιστα σε μνημειώδη
κλίμακα. Οι αλλεπάλληλοι
φέροντες τρούλοι στηρίζονται σε
4 πεσσούς και τύμπανα και
πολλούς κίονες των κλιτών,
ευφυής λύση για τη συγκράτηση
του τρούλου ανά τους αιώνες.
19.
Πρωτοτυπία του σχεδιασμούαλλά και σημαντικό επίτευγμα υπήρξε η στέγαση του ναού με έναν
πελώριο τρούλο, ύψους 13,8 και διαμέτρου 32 μέτρων, ο οποίος στηρίζεται ανατολικά και δυτικά σε
δύο τεταρτοσφαίρια- δηλαδή σε δύο θολωτές κατασκευές σχήματος ενός τετάρτου σφαίρας- και σε
δύο μεγάλα τόξα στη βόρεια και νότια πλευρά. Στη βάση του ανοίγονται 40 παράθυρα δημιουργώντας
την εντύπωση πως δεν αποτελεί τμήμα του κτηρίου, αλλά, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο
Προκόπιος, πως αιωρείται σαν χρυσή σφαίρα από τον ουρανό.
Κορυφαίο επίτευγμα στο αριστούργημα του Ανθέμιου και του Ισίδωρου αποτελεί ο μοναδικός τρούλος
που συμβόλιζε το βασίλειο τουν ουρανών.
20.
Στον ελλαδικό χώρο,ενδιαφέρον παρουσιάζουν τρεις ναοί που συνδυάζουν την παραδοσιακή κάτοψη
της βασιλικής με τα νέα στοιχεία της ιουστινιάνειας αρχιτεκτονικής, τη στέγαση δηλαδή με τρούλο και
καμάρες.
Πρόκειται για τη Βασιλική Β' στους Φιλίππους, την Καταπολιανή της Πάρου και τον 'Αγιο Τίτο στη
Γόρτυνα της Κρήτης.
Το μνημείο των Φιλίππων κτίστηκε λίγο πριν το 540 στον τύπο μιας τρίκλιτης βασιλικής με εγκάρσιο
κλίτος, η οποία ωστόσο στη στέγαση δεν παρουσιάζει τις τυπικές δικλινείς ξύλινες στέγες, αλλά ένα
συνδυασμό θολωτών αρχιτεκτονικών στοιχείων, όπως καμάρες, σταυροθόλια κ.λπ.
Η βασιλική Β’ των
Φιλίππων, εν μέρει
αναστηλωμένη
21.
Η Καταπολιανή (Εκατονταπυλιανή),που ιδρύθηκε σύμφωνα με την παράδοση από το Mεγάλο
Κωνσταντίνο (306-337) υπήρξε αρχικά σταυρική βασιλική, της οποίας το κάθε σκέλος του
σταυρού είχε τη μορφή μίας τρίκλιτης βασιλικής. Λίγο, μετά το 550 ο ναός μετατράπηκε σε
τρουλαία βασιλική, στην οποία τα σκέλη του σταυρού στεγάστηκαν με καμάρες και στην ένωσή
τους υψώθηκε ένας τρούλος. Τέλος ο ναός στη Γόρτυνα, που είναι αφιερωμένος στο μαθητή του
αποστόλου Παύλου και πρώτο επίσκοπο Κρήτης, τον άγιο Τίτο, αποτελεί ένα μνημείο με
ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πρόκειται για μία βασιλική με εγκάρσιο κλίτος, το οποίο στεγαζόταν στο
κέντρο του με τρούλο και απέληγε στις δύο άκρες του σε αψίδες. Σύμφωνα με μία άποψη ο ναός
χρονολογείται στον 6ο αιώνα, ενώ κάποιοι μελετητές τον θεωρούν έργο του 7ου αιώνα.
Παράλληλα, μία άλλη κατηγορία μνημείων στον ελλαδικό χώρο ακολουθεί την παραδοσιακή
μορφή της ξυλόστεγης βασιλικής, όπως για παράδειγμα η Βασιλική Α (γνωστή και ως βασιλική
του Δουμετίου) στη Νικόπολη. Το μνημείο χρονολογείται στα 525-550.
Η βασιλική του Αγίου
Τίτου στον αρχαιολογικό
χώρο της Γόρτυνας στο
νομό Ηρακλείου. Η
Γόρτυς ήταν πρωτεύουσα
της Κρήτης κατά τους
ρωμαϊκούς και πρώιμους
βυζαντινούς χρόνους και
έτσι στολίστηκε με
περικαλλή μνημεία.
22.
Το σπουδαιότερο μνημείοτης περιόδου στη Δύση είναι αναμφίβολα ο ναός του Αγίου Βιταλίου
στη Ραβέννα. Ο ναός ιδρύθηκε από τον επίσκοπο της πόλης Eκκλήσιο (526) με δωρεά ενός
πλούσιου ιδιώτη, του τραπεζίτη Ιουλιανού, ο οποίος χορήγησε για την ανοικοδόμησή του 26.000
σόλιδους, πιθανότατα κατ' εντολή του ίδιου του Ιουστινιανού. Ο τελευταίος εικονίζεται στο
γνωστό ψηφιδωτό του ιερού μαζί με τον επίσκοπο Μαξιμιανό, στην εποχή του οποίου, το 547,
εγκαινιάστηκε ο ναός. Το μνημείο είναι ένα περίκεντρο, οκταγωνικό στην κάτοψη, οικοδόμημα
που μοιάζει πολύ από αρχιτεκτονικής άποψης με αυτοκρατορικά κτίσματα της Πρωτεύουσας,
όπως οι 'Αγιοι Σέργιος και Βάκχος (527-536), και είναι γνωστό για την εξαιρετική λαμπρότητα
του εσωτερικού του διακόσμου.
Ο οκταγωνικός ναός του
Αγίου Βιταλίου στη
Ραβέννα που τότε ήταν
πρωτεύουσα της Ιταλίας.
23.
Σημαντικά παραδείγματα κοσμικήςαρχιτεκτονικής της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου έχουν
σωθεί μέχρι τις μέρες μας. Ήδη έναν αιώνα νωρίτερα, το 413, η βυζαντινή αρχιτεκτονική είχε
να επιδείξει ένα από τα πιο εντυπωσιακά και αποτελεσματικά οχυρωματικά έργα. Τα χερσαία
τείχη της Kωνσταντινούπολης αποτελούνταν από τρεις αμυντικές ζώνες: μια πλατιά και βαθιά
τάφρο, το προτείχισμα και το μέγα τείχος. Eξίσου εντυπωσιακά ήταν τα συνολικού μήκους 8
χιλιομέτρων τείχη της Θεσσαλονίκης, των οποίων το μεγαλύτερο μέρος ανήκει στην εποχή
του Θεοδόσιου A' (379-395).
Μέρος των τειχών της Πόλης όπως έχουν αναστηλωθεί σήμερα στην αρχική τους μορφή.
24.
Aξιοσημείωτα είναι επίσηςτα έργα της περιόδου που σχετίζονταν με την ύδρευση των πόλεων,
όπως οι κινστέρνες και τα υδραγωγεία. Tα εντυπωσιακότερα παραδείγματα βρίσκονται και πάλι
στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Πρόκειται για τις δύο μεγάλες υπόγειες δεξαμενές νερού,
τη βασιλική κινστέρνα, γνωστή και ως Yerebatan Sarayi (το βυθισμένο παλάτι) και την κινστέρνα
του Φιλόξενου ή Binbirdirek (χίλιες και μία κολόνες), που τοποθετούνται χρονικά τον 6ο αιώνα.
H τελευταία μάλιστα αποτελεί αριστούργημα τεχνικής, με διπλούς κίονες κατά το ύψος, που
υποβαστάζουν θολωτές οροφές.
Η βασιλική κινστέρνα είναι ένα θαύμα αρχιτεκτονικής και αισθητικής κάτω από τη γη
25.
ΜΕΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ(610-1204)
Tα αρχαιολογικά ευρήματα που σώζονται από την περίοδο μετά τον Ιουστινιανό και ως το 867
είναι ελάχιστα και αναμφισβήτητη αιτία γι' αυτό αποτελεί η δύσκολη και μεταβατική, κοινωνική
και οικονομική, κατάσταση του βυζαντινού κράτους την εποχή αυτή. Οι οικονομικές δυσχέρειες
και παράλληλα η μεταστροφή των Βυζαντινών από τη λατρεία των λειψάνων στη λατρεία των
εικόνων, καθώς και αλλαγές στη Θεία Λειτουργία κατέστησαν αναγκαίες και ορισμένες αλλαγές
στον αρχιτεκτονικό τύπο των εκκλησιών.
Έτσι, τα μεγάλα και επιβλητικά κτίρια της Παλαιοχριστιανικής περιόδου δεν κτίζονταν πλέον. Ο
τύπος που προτιμάται σε μεγάλη έκταση είναι ο συνδυασμός βασιλικής και τρουλαίου κτίσματος.
Δημιουργήθηκε την περίοδο του Ιουστινιανού Α΄ και εξελίχθηκε σταδιακά για να καταλήξει προς
το τέλος του 8ου αιώνα στη διαμόρφωση του καθαρά βυζαντινού αρχιτεκτονικού τύπου, του
σταυροειδή εγγεγραμμένου ναού με τρούλο.
Ο ναός του Αγ. Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη
είναι χαρακτηριστικό μνημείο μεγάλων
διαστάσεων που βασίστηκε στον τύπο της
παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Κτίστηκε στα
ερείπια ρωμαϊκού λουτρού. Ο πρώτος ναός, ένα
μικρό προσευκτήριο κτίστηκε μετά το 313. Τον 5ο
αιώνα ο έπαρχος Λεόντιος έκτισε μεγάλη τρίκλιτη
βασιλική, που κάηκε στα 626 - 34. Αμέσως μετά
κτίστηκε η πεντάκλιτη βασιλική. Το 1493
μετατράπηκε σε τζαμί. Το 1912 αποδόθηκε πάλι
στη χριστιανική λατρεία. Κάηκε στη μεγάλη
πυρκαγιά του 1917 και ξαναλειτούργησε το 1949,
αφού ολοκληρώθηκε η αναστήλωσή του.
26.
Ένα άλλο χαρακτηριστικότης αρχιτεκτονικής της εποχής είναι η αλλαγή στη διάρθρωση του
Ιερού Βήματος. Η πρόθεση στα βόρεια και το διακονικό στα νότια του Ιερού Βήματος -που
αρχικά δε συνδέονταν απόλυτα με το ναό- σιγά σιγά εναρμονίστηκαν με την αρχιτεκτονική του
μορφή ως ένα ενιαίο, τριμερές Ιερό Βήμα με τρεις εξέχουσες αψίδες στην ανατολική πλευρά. Όλα
τα τμήματά του συνδέονταν τόσο με τον κυρίως ναό όσο και μεταξύ τους. Τούτο οφείλεται στην
αλλαγή της πορείας των δύο Εισόδων της Θείας Λειτουργίας, δηλαδή της με πομπή μεταφοράς
στο Ιερό Βήμα του Αγίου Ευαγγελίου (Mικρή Είσοδος) και των Τιμίων Δώρων για να τελεστεί το
μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας (Μεγάλη Είσοδος). Oι αλλαγές αυτές ήταν σταδιακές και
επικράτησαν οριστικά από το 10ο αιώνα.
Η μονή Μυρελαίου στην
Κωνσταντινούπολη, ναός
σταυροειδής εγγεγραμμένος με
τρούλο.
27.
ΒΑΣΙΛΙΚΕΣ
Αρκετά συχνά στηναρχή της περιόδου 610-1204 εμφανίζονται τρουλαίες βασιλικές με στοιχεία που
δηλώνουν την εξέλιξη προς το σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό.Τα βασικά χαρακτηριστικά τους ήταν
ένας κεντρικός χώρος που καλυπτόταν από τρούλο, ο οποίος στηριζόταν σε τέσσερις ογκώδεις
πεσσούς, με τη μεσολάβηση τόξων και σφαιρικών τριγώνων. Το τριμερές ιερό συναπτόταν στον
κεντρικό χώρο και τα πλάγια κλίτη. Πρόκειται για ναούς, στους οποίους έγινε προσπάθεια να
σχηματίζεται σταυρός τόσο εσωτερικά, στην κάτοψη, όσο και εξωτερικά, στη στέγαση. H βασιλική
αποτελεί έναν αρχιτεκτονικό τύπο που και αυτήν την περίοδο χρησιμοποιήθηκε κυρίως για τους
μητροπολιτικούς ναούς. Aπό τις γνωστότερες βασιλικές είναι αυτή του Aγίου Aχιλλείου στη μικρή
Πρέσπα (990) . H εκκλησία ήταν τρίκλιτη, με τρεις ημικυκλικές αψίδες, ξυλόστεγη και με νάρθηκα.
Ερείπια του σημαντικού ναού του Αγίου
Αχιλλείου στη Μικρή Πρέσπα.
28.
Μια ομάδα διαμορφώνουντρεις βασιλικές της Καστοριάς, ο 'Aγιος Στέφανος, οι 'Aγιοι Ανάργυροι
και ο Ταξιάρχης Μητροπόλεως, που και οι τρεις παρουσιάζουν υπερβολικά υπερυψωμένο το μεσαίο
κλίτος, πιθανότατα σε μια προσπάθεια να τονιστεί ο κατακόρυφος άξονας και το κέντρο του ναού,
σύμφωνα με τις νέες εικονογραφικές αντιλήψεις. Πλούσιος κεραμοπλαστικός διάκοσμος καθώς και
τυφλά αψιδώματα διαρθρώνουν τις εξωτερικές επιφάνειές τους. Ο τύπος της τρίκλιτης βασιλικής
συνέχισε να επιβιώνει , αλλά όχι να πρωταγωνιστεί, και μετά το 867 οπότε και ξεκινά η περίοδος της
ένδοξης Μακεδονικής Δυναστείας.
Ο Άγιος Στέφανος στην Καστοριά (9ος
αι.)
29.
ΣΤΑΥΡΟΕΙΔΕΙΣ ΝΑΟΙ
Oι ναοίστους οποίους ο σταυρός εγγραφόταν (σχηματιζόταν) μέσα σε τετράγωνο και τον τρούλο
στήριζαν τέσσερις κίονες, ονομάζονται τετρακιόνιοι σταυροειδείς εγγεγραμμένοι. Στην
αρχιτεκτονική της Κωνσταντινούπολης και στις περιοχές που επηρεάζονταν από αυτήν
προτιμήθηκε μια συγκεκριμένη παραλλαγή του παραπάνω τύπου. Στους ναούς αυτούς το τριμερές
ιερό προστέθηκε στον κυρίως ναό, στο ορθογώνιο σχήμα του οποίου εγγραφόταν ο ισοσκελής
σταυρός.
Η Αγία Σοφία Θεσσαλονίκης.
Η αρχαιότερη γραπτή αναφορά
στο ναό χρονολογείται το 795
αλλά τα αρχαιολογικά
δεδομένα δείχνουν ότι
κτίστηκε στα τέλη του 7ου
αιώνα στη θέση πεντάκλιτης
βασιλικής του 5ου αιώνα, η
οποία καταστράφηκε από
σεισμό περίπου το 620. Ο ναός
αποτελεί τυπικό δείγμα
μεταβατικού σταυροειδούς με
τρούλο και περίστωο, εξέλιξη
του νέου αρχιτεκτονικού
ρυθμού της τρουλαίας
βασιλικής. Στη διάρκεια της
λατινοκρατίας στη
Θεσσαλονίκη (1204-1224) ο
ναός έγινε καθεδρικός των
Λατίνων.
30.
Ο σταυροειδής εγγεγραμμένοςναός κυριαρχεί σε
όλη την αυτοκρατορία. Οι τέσσερις ημικυκλικές
καμάρες που στηρίζουν τον τρούλο
διατάσσονται σε σχήμα σταυρού γύρω από το
κέντρο και ταυτόχρονα εγγράφονται μέσα σε ένα
τετράγωνο. Έτσι το σχήμα του σταυρού
διαγράφεται έντονα τόσο στην κάτοψη όσο και
στη στέγαση του ναού. Η διαμόρφωση των
σταυροειδών εγγεγραμμένων ναών δημιουργεί
έναν αρκετά ενιαίο χώρο, όπου οι πιστοί
διατάσσονται γύρω από το κέντρο όπου
υψώνεται και κυριαρχεί το τρούλος, ο ουρανός
σύμφωνα με τη συμβολική θεώρηση του ναού.
Aνάλογα με τον αριθμό των κιόνων-
στηριγμάτων του τρούλου και τον τρόπο που
συνδέεται αρχιτεκτονικά ο κυρίως ναός με το
Ιερό Bήμα δημιουργήθηκαν τέσσερις βασικές
παραλλαγές των σταυροειδών εγγεγραμμένων
ναών: ο σύνθετος τετρακιόνιος( τύπος που
συναντάται συχνότερα στην
κωνσταντινουπολίτικη σχολή), ο ημισύνθετος
τετρακιόνιος, ο απλός τετρακιόνιος και ο
απλός δικιόνιος (που χαρακτηρίζει την ελλαδική
σχολή).
Οι τέσσερις παραλλαγές των σταυροειδών
εγγεγραμμένων τρουλλαίων ναών (κατόψεις)
κατά τον Αν. Ορλάνδο: α. Σύνθετος
τετρακιόνιος, β. Ημισύνθετος τετρακιόνιος,
γ. Απλός τετρακιόνιος, δ. Απλός Δικιόνιος
31.
Στο πρώτο μισότου 9ου αιώνα γνώρισαν διάδοση οι μεταβατικοί ελλαδικοί σταυροειδείς
εγγεγραμμένοι ναοί. Αποτελούν συνδυασμό ελεύθερου σταυρού και τρίκλιτης θολωτής βασιλικής.
Η κάθετη κεραία του σταυρού χωριζόταν από τα γωνιακά διαμερίσματα με τοίχους, όπου
ανοιγόταν ένα στενό και χαμηλό πέρασμα. Οι αψίδες προσαρτώνταν στον εγγεγραμμένο σταυρό
του ναού χωρίς τη μεσολάβηση ξεχωριστού χώρου για το ιερό. Το αρχαιότερο παράδειγμα είναι η
Επισκοπή Ευρυτανίας, μνημείο που βυθίστηκε όταν καλύφθηκε από τα νερά της τεχνητής λίμνης
των Κρεμαστών. Ο ναός ήταν κτισμένος με κροκάλες από το ποτάμι και πλίνθους και
χαρακτηριζόταν από έλλειψη διακόσμου, αδεξιότητα και παλαιοχριστιανικές επιβιώσεις στην
αψίδα, όπως το σύνθρονο και οι ακτινωτά διαταγμένες αντηρίδες.
Σπάνια φωτογραφία της βυθισμένης πια στα νερά της
λίμνης Κρεμαστών εκκλησίας της Επισκοπής
32.
Aπό το 843και έπειτα κυριάρχησε στην αρχιτεκτονική ο τύπος του σταυροειδούς εγγεγραμμένου
ναού με τρούλο, που διαμορφώθηκε σταδιακά κατά την εικονομαχική περίοδο και παρουσιάζεται
σε τέσσερις βασικές παραλλαγές. Και σε αυτήν την περίοδο, κτίστηκαν ναοί στον αρχιτεκτονικό
τύπο της βασιλικής, του ελεύθερου σταυρού, μονόχωροι, τρίκογχοι ή τετράκογχοι.
Bασικό γνώρισμα της περιόδου είναι η διάκριση των ναών ανάλογα με τα υλικά, τον τρόπο
δόμησης, τη διακόσμησή τους και τον αρχιτεκτονικό τους τύπο. Έτσι, η Κωνσταντινούπολη και οι
άμεσα επηρεαζόμενες από αυτή περιοχές -Μακεδονία, Θράκη, τα παράλια της Μικράς Ασίας και
μερικά νησιά, όπως η Χίος- απαρτίζουν τη σχολή της Κωνσταντινούπολης, ενώ ο υπόλοιπος
ηπειρωτικός και νησιωτικός ελλαδικός χώρος συγκροτεί την ελλαδική σχολή.
Η μονή Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη (12ος
αι.), ναός σταυροειδής εγγεγραμμένος με
τρούλο της σχολής της Κωνσταντινούπολης.
33.
Στη σχολή τηςΚωνσταντινούπολης συνηθέστερος αρχιτεκτονικός τύπος είναι αυτός του σύνθετου
τετρακιόνιου σταυροειδούς εγγεγραμμένου. Οι ναοί είναι κτισμένοι από εναλλασσόμενες ζώνες
λαξευμένων λίθων και τούβλων. Σε αρκετούς όμως ναούς της Πρωτεύουσας εφαρμόστηκε και η
αμιγής πλινθοδομή, ένας τρόπος δόμησης που κόστιζε εξαιρετικά ακριβά. Στην ελλαδική σχολή
επικράτησε ο απλός τετρακιόνιος και ο δικιόνιος αρχιτεκτονικός τύπος. Εξωτερικά η δόμηση
γίνεται με το πλινθοπερίκλειστο σύστημα, δηλαδή ζώνες ισόδομων λίθων που περιβάλλονται από
πλίνθους, ενώ οι επιφάνειες διακοσμούνται με κεραμοπλαστικά κοσμήματα.
H πλειοψηφία ωστόσο των ναών που αντιπροσωπεύουν τις δύο σχολές κτίζονται τον 11ο αιώνα.
Η μονή Χριστού Ακαταλλήπτου στην Κωνσταντινούπολη (11ος αι.), ναός σταυροειδής
εγγεγραμμένος με τρούλο της σχολής της Κωνσταντινούπολης.
34.
Οι περισσότερες εκκλησίεςτης Πρωτεύουσας ήταν κτισμένες στον τύπο του σύνθετου σταυροειδή
εγγεγραμμένου ναού. H Mονή Mυρελαίου κτίστηκε το 10ο αιώνα από το βυζαντινό αξιωματούχο
Ρωμανό Λακαπηνό, δρουγγάριο του στόλου, αλλά και αυτοκράτορα από το 920-944. Τα πολλά
παράθυρα του τρούλου επέτρεπαν να μπαίνει άπλετο φως στο εσωτερικό της εκκλησίας. Το
μνημείο κτίστηκε μόνο με πλίνθους και αξίζει να παρατηρήσει κανείς την εξωτερική διάρθρωση
των επιφανειών με πλίνθινους ημικυλινδρικούς πεσσούς. Η σημερινή μορφή της εκκλησίας είναι
αρκετά αλλοιωμένη σε σχέση με την αρχική, εξαιτίας της πρόσφατης ανακαίνισης του ναού. Η
Μονή Λιβός έχει σωθεί ως τις μέρες μας ως ένα μοναστηριακό συγκρότημα δύο εκκλησιών. Το
10ο αιώνα κτίστηκε η βόρεια εκκλησία, η οποία είναι γενικά αποδεκτό ότι εγκαινιάστηκε το 907/8
από το δρουγγάριο του στόλου Kωνσταντίνο Λίβα. Αφιερώθηκε στη Θεοτόκο και στα εγκαίνιά
της ήταν παρών ο αυτοκράτορας Λέων Στ'.
Η μονή Μυρελαίου σήμερα, κρυμμένη μέσα στον πολεοδομικό ιστό της μεγαλούπολης των 15
εκατομμυρίων κατοίκων.
35.
Σημαντικά μνημεία τηςσχολής της Kωνσταντινούπολης βρίσκονται και εκτός της πρωτεύουσας.
Στη Θεσσαλονίκη, το δεύτερο μεγάλο κέντρο της αυτοκρατορίας, βρίσκεται η Παναγία των
Xαλκέων που χρονολογείται, από την κτητορική επιγραφή στο ανώφλι της εισόδου, στα 1028.
Πρόκειται για ένα σύνθετο τετρακιόνιο ναό, με διώροφο νάρθηκα που έχει στις δύο άκρες
τρούλους. Σε συνδυασμό με την πλαστική διάρθρωση των εξωτερικών όψεων, το μαρμάρινο
γείσο, τα τριγωνικά αετώματα και τα τυφλά αψιδώματα, ο ναός δίνει την εντύπωση έντονης
εκλέπτυνσης και τεχνικής τελειότητας.
Η Παναγία των Χαλκέων
στη Θεσσαλονίκη είναι από
τα κομψότερα βυζαντινά
κτίσματα.
36.
Aπό τα τέλητου 11ου αιώνα, με την άνοδο στο
θρόνο της δυναστείας των Kομνηνών
παρουσιάζεται στην Kωνσταντινούπολη μια
αναζωπύρωση της οικοδομικής
δραστηριότητας. Οι νέες εκκλησίες είναι
συνήθως καθολικά μικρών μοναστηριακών
ιδρυμάτων, που ιδρύονται με τις χορηγίες της
αυτοκρατορικής οικογένειας και των
εκπροσώπων της στρατιωτικής αριστοκρατίας.
H μονή του Χριστού Παντεπόπτη, που ιδρύθηκε
λίγο πριν το 1087 από την 'Aννα Δαλασσηνή, τη
μητέρα του Aλέξιου Α' Kομνηνού (1081-1118),
είναι το πρώτο μνημείο της εποχής των
Κομνηνών. Ακολούθησαν γύρω στα 1100 το
καθολικό της Μονής Ευεργέτου, γνωστό
σήμερα ως Guel Camii, η Μονή
Παμμακαρίστου, το Kilise Camii, του οποίου η
αρχική αφιέρωση δεν είναι πλέον γνωστή, και
τέλος, γύρω στα 1120, η Μονή της Χώρας,
ίδρυμα του γιου του αυτοκράτορα Αλέξιου Α',
Ισαάκιου Κομνηνού. Στους ναούς αυτούς, εκτός
από το Kilise Camii, ακολουθείται ένας
αρχιτεκτονικός τύπος με αρχαϊκά στοιχεία και
κύριο χαρακτηριστικό τους τέσσερις συμπαγείς
πεσσούς, αντί κιόνων, που στηρίζουν τον
τρούλο.
Πάνω: Η μονή Παμμακαρίστου
Κάτω: Η μονή της Χώρας
37.
O τύπος τουσύνθετου τετρακιόνιου σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού, που χαρακτήριζε την
κωνσταντινουπολίτικη σχολή, συναντάται και στην Eλλάδα, στην Παναγία του Oσίου Λουκά
στη Φωκίδα. Eίναι μάλιστα το πιο παλιό γνωστό μνημείο, όπου εμφανίζεται πλήρως
διαμορφωμένος ο σύνθετος τετρακιόνιος ναός. H Παναγία κτίστηκε, σύμφωνα με την
επικρατέστερη άποψη, μετά το 961, όταν έγινε η ανακατάληψη της Κρήτης, την οποία είχε
προφητέψει ο όσιος Λουκάς. Η ύπαρξη κουφικού διακόσμου συνδέεται με το ιστορικό αυτό
γεγονός, καθώς θεωρείται ένα είδος θριάμβου έναντι των Αράβων, ένας τρόπος δηλαδή να γίνει
γνωστή η συντριβή τους. Η εκκλησία είναι κτισμένη σύμφωνα με το πλινθοπερίκλειστο σύστημα,
δηλαδή σειρές καλά λαξευμένων λίθων που περικλείονται από σειρές πλίνθων, στοιχείο της
ελλαδικής σχολής. Την εξωτερική όψη των αψίδων χωρίζει στα δύο ένα μαρμάρινο γείσο. Από
εκεί και πάνω ζώνες λίθων, πλίνθων, ζώνες με κουφικό διάκοσμο και ζώνες οδοντωτής ταινίας
εναλλάσσονται, διακοσμώντας πλούσια την εξωτερική επιφάνεια του ναού.
Τα δυο θρησκευτικά
ιδρύματα του
μοναστηριού του Οσίου
Λουκά στη Βοιωτία από
την ανατολική τους όψη:
Δεξιά ο σταυροειδής
εγγεγραμμένος ναός της
Παναγίας (10ος
αι.) και
αριστερά το Καθολικό
της μονής (11ος
αι.) σε
οκταγωνικό τύπο,
εξαίρετα δείγματα
βυζαντινής
αρχιτεκτονικής της
μακεδονικής δυναστείας.
38.
Tο σημαντικότερο όμωςμνημείο της περιόδου και μια από τις σπουδαιότερες μονές της πόλης είναι το
συγκρότημα της Μονής Παντοκράτορος, που ιδρύθηκε από την αυτοκράτειρα Ειρήνη (1118-1124),την
πρώτη σύζυγο του Ιωάννη Β' Κομνηνού (1118-1143). Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα τριών εκκλησιών:
η νότια, αφιερωμένη στο Χριστό και η βόρεια στην Παναγία Ελεούσα, ανήκουν στον τύπο του
σύνθετου σταυροειδή εγγεγραμμένου, ενώ στο κέντρο βρίσκεται ένα μονόχωρο τρουλαίο παρεκκλήσι,
αφιερωμένο στον αρχάγγελο Μιχαήλ, που χρησίμευε ως μαυσωλείο της αυτοκρατορικής οικογένειας
των Κομνηνών και αργότερα των Παλαιολόγων.
39.
Tέλος, θα πρέπεινα αναφέρουμε δύο μνημεία εκτός της πρωτεύουσας, που επίσης υπήρξαν σημαντικά
μοναστήρια και ιδρύματα μελών της δυναστικής οικογένειας: το ναό της Παναγίας Κοσμοσώτειρας
στις Φέρρες του Έβρου, που ίδρυσε ο σεβαστοκράτορας Iσαάκιος 'Aγγελος Κομνηνός στα 1152 και το
ναό του Αγίου Παντελεήμονα στο Nerezi κοντά στα Σκόπια, που κτίστηκε από τον Aλέξιο,
συνονόματο και εγγονό του ιδρυτή της δυναστείας των Κομνηνών Αλέξιο Α'.
Η Παναγία Κοσμοσώτειρα στις Φέρες του ¨Έβρου.
40.
Μερικά από τασημαντικότερα μνημεία
της ελλαδικής σχολής βρίσκονται
συγκεντρωμένα στη πόλη των Αθηνών.
Πρόκειται για ναούς μικρών διαστάσεων,
που ανήκουν συνήθως στον τύπο του
απλού τετρακιόνιου, παραλλαγή του
σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού.
Εξωτερικά είναι κτισμένοι κατά το
πλινθοπερίκλειστο σύστημα τοιχοποιίας,
δηλαδή κάθε πέτρινος δόμος
περιβάλλεται από πλίνθους. Παράλληλα,
ενδιάμεσα στους δόμους παρεμβάλλονται
και πλίνθοι που τοποθετούνται μέσα στο
κονίαμα, σε διάφορα σχήματα και
συνδυασμούς. Έτσι οι εξωτερικές
επιφάνειες αποκτούν έντονα
διακοσμητική όψη. Χαρακτηριστικό
επίσης των ναών της Αθήνας είναι ο
οκτάπλευρος τρούλος με μαρμάρινους
κιονίσκους στις γωνίες του, που
ονομάζεται "αθηναϊκός".
Ο ναός των Αγίων Ασωμάτων στο
Θησείο είναι από τους
χαρακτηριστικούς ελλαδικούς με το
λεγόμενο «αθηναϊκό τρούλο»
41.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούνο ναός των Ασωμάτων στο Θησείο, η Καπνικαρέα, η Αγία
Αικατερίνη και ο Άγιος Νικόλαος Ραγκαβάς στην Πλάκα, που χρονολογούνται στο β' μισό 11ου
αιώνα. Το καθολικό της μονής Καισαριανής και οι δύο ναοί στη βόρεια κλιτύ της Ακροπόλεως, η
Μεταμόρφωση και ο 'Aγιος Ιωάννης Θεολόγος, χρονολογούνται επίσης στα τέλη του αιώνα. Η μόνη
εκκλησία που είναι σίγουρα χρονολογημένη είναι οι 'Aγιοι Θεόδωροι Κλαυθμώνος, που
χρονολογούνται από εγχάρακτη κτητορική επιγραφή πάνω από τη θύρα εισόδου στα 1065.
Αριστερά: Ο Άγιος Νικόλαος Ραγκαβάς στην Πλάκα.
Δεξιά: Οι Άγιοι Θεόδωροι στην πλατεία Κλαυθμώνος.
42.
H ελλαδική σχολή,από τον 12ο
αιώνα (Δυναστεία Κομνηνών), μπορεί μάλιστα να θεωρηθεί πιο
δημιουργική από της Κωνσταντινούπολης, καθώς σε αυτή ανιχνεύεται μία τάση ανανέωσης και
νέων πειραματισμών. Οι βασικές αλλαγές που κάνουν την εμφάνισή τους στις αρχές του 12ου
αιώνα αφορούν κυρίως την εξωτερική εμφάνιση των κτηρίων: το πλινθοπερίκλειστο σύστημα
τοιχοποιίας απλοποιείται, τα ψευδοκουφικά λιγοστεύουν, ενώ κάνουν την εμφάνισή τους πιο
περίπλοκα και διακοσμητικά κεραμοπλαστικά κοσμήματα, όπως το βαθμιδωτό, ο μαίανδρος, οι
ζώνες από δισέψιλον. Παράλληλα, εξαπλώνεται η χρήση του λίθου στην ανωδομή και στα
ανοίγματα των ναών. ΄Eτσι τα παράθυρα αποκτούν λίθινα πλαίσια, οι ναοί κτίζονται πάνω σε
κρηπίδα και μεγάλοι λίθοι, συνήθως από αρχαία κτίσματα, τοποθετούνται στο κάτω τμήμα τους
σχηματίζοντας σταυρούς που τονίζουν τη διάρθρωση του κτηρίου.
Ο ναός των Εισοδίων της
Θεοτόκου , η λεγόμενη
Καπνικαρέα. Ο θαυμάσιος
στη διακόσμησή του ναός
αποτελούσε τη μητρόπολη
της Αθήνας κατά τη μέση
βυζαντινή περίοδο.
Σήμερα, βρίσκεται σε
χαμηλότερο επίπεδο σε
σχέση με την οδό Ερμού η
οποίο είναι υπερηψωμένη
καθώς είναι σύγχρονη.
43.
H Νέα ήΑγία Μονή Αρείας στο Ναύπλιο, που ιδρύθηκε σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή
στα 1149 από τον επίσκοπο 'Aργους Λέοντα, εικονογραφεί με τον καλύτερο τρόπο τις αλλαγές
που εμφανίζονται στα μνημεία της ελλαδικής σχολής κατά το 12ο αιώνα. Ο ναός είναι κτισμένος
πάνω σε κρηπίδα και στους πλάγιους τοίχους του ενσωματώνονται λίθινοι σταυροί. Τα παράθυρα
έχουν πώρινα πλαίσια και μια περίτεχνη ταινία από πλίνθινο μαίανδρο περιτρέχει το μνημείο στο
ανώτερο τμήμα του. Aνάλογα στοιχεία απαντούν σε τρεις ακόμη ναούς στην περιοχή της
Αργολίδας: στο ναό της Κοιμήσεως στο Χώνικα και στον 'Aγιο Ιωάννη στο Λιγουριό, που
χρονολογούνται στις αρχές του 12ου αιώνα, και στο ναό της Θεοτόκου στο Mέρμπακα, ένα από
τα πιο ενδιαφέροντα βυζαντινά μνημεία. O τελευταίος ναός όμως, που είναι κτισμένος πάνω σε
τρίβαθμη κρηπίδα, με μεγάλους λίθους -κατά το ισόδομο σύστημα- μέχρι το ανώφλι των θυρών,
έχει πρόσφατα αναχρονολογηθεί από τους μελετητές στο 13ο αιώνα.
Αριστερά: Ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Μέρμπακα.
Δεξιά: Λεπτομέρεια από το διάκοσμο του ναού με κεραμοπλαστικα και ένθετα αρχαία ανάγλυφα και
44.
Eνα εξίσου ενδιαφέρονμνημείο βρίσκεται
στην Αθήνα, δίπλα στο σημερινό
μητροπολιτικό ναό της πόλης. Πρόκειται
για την Παναγία Γοργοεπήκοο, γνωστή και
ως 'Aγιο Ελευθέριο ή Μικρή Μητρόπολη.
O μικρός ναός είναι κτισμένος εξ
ολοκλήρου με αρχαιότερο οικοδομικό
υλικό: στο κάτω τμήμα από μαρμάρινους
λίθους κατά το ισόδομο σύστημα, ενώ
περιμετρικά, πάνω από το ύψος της θύρας,
έχουν εντοιχιστεί περί τα 90 κλασικά,
ρωμαϊκά και πρωιμότερα χριστιανικά
γλυπτά. Για τη χρονολόγηση του ναού
πειστικότερη είναι μέχρι στιγμής η άποψη
του Μ. Χατζηδάκη, που το χρονολογεί στα
τέλη του 12ου αιώνα, συνδέοντας την
έκδηλη στροφή προς την αρχαιότητα που
παρουσιάζει το μνημείο με το μητροπολίτη
της πόλης Μιχαήλ Χωνιάτη, ένα λόγιο
ιδιαίτερα επηρεασμένο από την κλασική
του παιδεία.
Η Παναγία η Γοργοεπήκοος ή Άγιος Ελευθέριος, όπως είναι επίσης γνωστό ,δίπλα στη σημερινή
Μητρόπολη των Αθηνών στην πλατεία Μητροπόλεως ,είναι ένα μοναδικό στη διακόσμησή του βυζαντινό
μνημείο γεμάτο αναφορές στο αρχαίο παρελθόν της πόλεως.
45.
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ ΝΑΟΙ
Υπάρχουν μνημείαστον ελλαδικό χώρο που είναι κτισμένα σε τύπο που δεν αποτελεί τον πλήρως
διαμορφωμένο σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό. Οι ναοί αυτοί χαρακτηρίζονται ως μεταβατικοί
ελλαδικοί και προέρχονται από το συνδυασμό του ελεύθερου σταυρού με την τρίκλιτη θολωτή
βασιλική. Τα πλάγια κλίτη επικοινωνούν με πολύ μικρά ανοίγματα με το κεντρικό. Ο τύπος έχει
περιορισμένη χρονικά και τοπικά διάδοση. Εντοπίστηκε κυρίως στη νότια Ελλάδα και τα νησιά,
εμφανίστηκε γύρω στον 8ο αιώνα, γνώρισε διάδοση στον 9ο και 10ο αιώνα, ενώ γύρω στον 11ο αιώνα
σταμάτησε να υπάρχει. Το σημαντικότερο μνημείο αυτού του τύπου είναι η Παναγία Σκριπού στη
Βοιωτία. Ο ναός κτίστηκε το 873/4. Αξίζει να παρατηρήσει κανείς τα μαρμάρινα γείσα που χωρίζουν
τις εξωτερικές επιφάνειες, την οδοντωτή ταινία που περιτρέχει το κτήριο στο ύψος των κάτω
παραθύρων, καθώς και τα τόξα των παραθύρων και των θυρών. Η οδοντωτή ταινία είναι ένα είδος
κεραμοπλαστικού διακόσμου, που στους επόμενους βυζαντινούς αιώνες θα γνωρίσει μεγάλη διάδοση.
Ο σημαντικός για την ιστορία της βυζαντινής αρχιτεκτονικής ναός της Παναγίοας Σκριπού.
46.
ΤΡΙΚΟΧΟΙ ΝΑΟΙ
Μια σημαντικήπαραλλαγή αποτελεί και ο τύπος του τρίκογχου ναού, όπως το καθολικό της
Μονής Λαύρας στο 'Aγιο Όρος. Το 963 ο όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης έκτισε το ναό στον τύπο
του τετράστυλου σταυροειδή εγγεγραμμένου, μια παραλλαγή του τετρακιόνιου, στην οποία οι
κίονες αντικαθίστανται από πεσσούς. Το 1002 η βόρεια και νότια κεραία του σταυρού
διαμορφώθηκαν σε κόγχες, τους λεγόμενους χορούς, που εξυπηρετούσαν τις λειτουργικές ανάγκες
των μοναχών. Έτσι δημιουργήθηκε ένας τρίκογχος ναός που έμεινε γνωστός και ως αγιορείτικος,
αφού το πρώτο παράδειγμα βρίσκεται στο 'Aγιο Όρος. Άλλος τύπος τρίκογχου είναι εκείνος όπου
οι κεραίες των σταυρών του μικρού μονόχωρου κτηρίου καταλήγουν σε κόγχες. Ένα τέτοιο
παράδειγμα είναι η Παναγία η Κουμπελίδικη στην Καστοριά, που χρονολογείται στο 10ο αιώνα.
Ο κομψός μικρός ναός της Παναγίας
Κουμπελίδικης στην Καστοριά
είναι στην πραγματικότητα ένα
τρίκογχο. Ο ναός διαθέτει εξαίρετο
κεραμοπλαστικό διάκοσμο.
47.
ΟΚΤΑΓΩΝΙΚΟΙ ΝΑΟΙ
Ένας νέοςαρχιτεκτονικός τύπος, ο οκταγωνικός, διαμορφώθηκε και γνώρισε δύο παραλλαγές: τον
απλό ή νησιωτικό, που απαντά στο νησιωτικό χώρο, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το καθολικό
της Νέας Μονής Χίου, και το σύνθετο ή ηπειρωτικό, που συναντάται κυρίως στην ηπειρωτική
Ελλάδα, όπως π.χ. το καθολικό του Οσίου Λουκά και η Μονή Δαφνίου. Ο τύπος αυτός
ονομάζεται οκταγωνικός γιατί στεγάζεται από έναν μεγάλων διαστάσεων τρούλο που στηρίζεται
σε οκτώ πεσσούς ή παραστάδες. Οι ναοί αυτού του τύπου χαρακτηρίζονται από το μεγάλο
μέγεθος και τους τεράστιους τρούλους τους, που δεσπόζουν στο κτήριο, και γνώρισαν
περιορισμένη διάδοση μέχρι τα τέλη του 11ου αιώνα.
Το Καθολικό της μονής Δαφνίου
χρονολογείται στον 11ο αι. και
ανήκει στον οκταγωνικό τύπο.
Κύριο χαρακτηριστικό του είναι οι
μεγάλες διαστάσεις του τρούλου και
ο τρόπος στήριξής του, που αφήνουν
ενιαίο και ελεύθερο τον κεντρικό
χώρο. Σύγχρονος με το ναό είναι ο
νάρθηκας στη δυτική πλευρά, ενώ
λίγο αργότερα προστέθηκε
εξωνάρθηκας ή προστώο με όροφο
που κάλυπτε επίσης τον νάρθηκα
και μέρος του κυρίως ναού. Στη
διάρκεια της Φραγκοκρατίας,
έγιναν εκτεταμένες ανακατασκευές
στον εξωνάρθηκα, ενώ η κρύπτη που
βρίσκεται κάτω από το νάρθηκα
μετατράπηκε σε μαυσωλείο για την
ταφή των δουκών της Αθήνας.
48.
Στο κέντρο τηςΑθήνας σώζεται ο ναός της Σώτειρας Λυκοδήμου, η σημερινή Ρώσικη Εκκλησία, που
ανήκει στον τύπο του ηπειρωτικού οκταγωνικού και χρονολογείται από χαράγματα πριν το 1031. Στον
ίδιο αρχιτεκτονικό τύπο κτίστηκε γύρω στο 1080 πάνω στα ερείπια του παλαιότερου
παλαιοχριστιανικού κτηρίου η Μονή Δαφνίου, που βρίσκεται λίγο έξω από την Αθήνα στο δρόμο προς
την Ελευσίνα. Ο εμπνευστής και χρηματοδότης αυτού του έργου μάς είναι άγνωστος. Θα πρέπει όμως
να είχε στενούς δεσμούς με την Πρωτεύουσα, όπως μας αφήνει η υποθέσουμε η υψηλή ποιότητα, η
αρτιότητα στην εκτέλεση, η πολυτέλεια και η πρωτοποριακή αισθητική αντίληψη που διακρίνει την
αρχιτεκτονική του κτηρίου και τα ψηφιδωτά του. Πρότυπο αυτών των ναών, που εισάγει τον τύπο στον
ελλαδικό χώρο, υπήρξε το καθολικό της μονής του Οσίου Λουκά που κτίστηκε πάνω από το σταυρικό
μαρτύριο του οσίου πριν το 1011, για να συμπεριλάβει τον τάφο του.
Το καθολικό της Σώτειρα
Λυκοδήμου στην Αθήνα είναι
χαρακτηριστικό δείγμα
οκταγωνικού ναού με πολυτελή
διάκοσμο.
49.
Πρότυπο αυτών τωνναών, που εισάγει
τον τύπο στον ελλαδικό χώρο, υπήρξε το
καθολικό της μονής του Οσίου Λουκά
που κτίστηκε πάνω από το σταυρικό
μαρτύριο του οσίου πριν το 1011, για να
συμπεριλάβει τον τάφο του. Στους
οκταγωνικούς ναούς, που κατ'ουσίαν
είναι σταυροειδείς ναοί, μόνο η στήριξη
του τρούλου είναι οκταγωνική, ενώ ο
κεντρικός χώρος κάτω από αυτόν
παραμένει τετράγωνος. Το καθολικό του
Οσίου Λουκά χαρακτηρίζεται για τον
ευρύ τρούλο του (διαμέτρου 9 μ. περίπου)
και αντίστοιχα το διευρυμένο ενιαίο
τετράγωνο χώρο κάτω από αυτόν. Το
βάρος του τρούλου φέρουν οκτώ
ογκώδεις πεσσοί, που γεφυρώνονται σε
μεγάλο ύψος, από τέσσερα μεγάλα τόξα
ανάμεσα σε τέσσερα ημιχώνια. Από τα
παρεκκλήσια, που πλαισιώνουν τον
τετράγωνο πυρήνα, ιδιαίτερη σημασία
έχει το βορειανατολικό γιατί εκεί, και στο
σημείο επικοινωνίας με τη βόρεια κεραία
του σταυρού έχει τοποθετηθεί η
μαρμάρινη λειψανοθήκη του οσίου.
Το καθολικό του Οσίου Λουκά στη
Βοιωτία υπήρξε το υπόδειγμα των
οκταγωνικών ναών της Ελλάδος.
50.
Στον απλό νησιώτικο,όπως αναφέρθηκε, ανήκει το καθολικό της Νέας Μονής της Χίου, που
ιδρύθηκε με αυτοκρατορική χορηγία το 1045. Αποτελεί το παλαιότερο γνωστό μνημείο ενός νέου
αρχιτεκτονικού τύπου, του οκταγωνικού, που διαμορφώνεται αυτή την περίοδο. Ο ναός, σύμφωνα
με την παράδοση, χτίστηκε με πρότυπο τον κωνσταντινουπολίτικο ναό των "Αγίων Αποστόλων
των Μικρών", δηλαδή το προσαρτημένο στο ναό των Αγίων Αποστόλων, μαυσωλείο του
Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ο ναός της Χίου δεν ήταν όμως ένα απλό αντίγραφο του διάσημου
κτηρίου αλλά μια νέα και πρωτότυπη δημιουργία, την οποία με μικρές παραλλαγές ακολούθησαν
και άλλες εκκλησίες στη Χίο, την Κύπρο και την ηπειρωτική Ελλάδα.
Το καθολικό της Νέας Μονής Χίου, όπως έχει ανακαινιστεί σήμερα στον τρούλο. Ο ναός είναι
διάσημος όχι μόνο για τον σπάνιο αρχιτεκτονικό τύπο αλλά και για τον εντυπωσιακό ψηφιδωτό του
διάκοσμο.
51.
H κατάκτηση τηςΡωμανίας από τους
Φράγκους και Βενετούς / Γενοβέζους
(1204 κ.εξ.) καθώς και η δημιουργία
αυτόνομων ελληνικών κρατών στις
περιοχές της είχε επιπτώσεις και στην
αρχιτεκτονική. Οι νέοι τοπικοί
ηγεμόνες, για να διακηρύξουν την
κυριαρχία τους αλλά και για λόγους
γοήτρου, επιδόθηκαν στην ανέγερση
εντυπωσιακών και πολλές φορές
πολυδάπανων κτιρίων.
Η εκτεταμένη οικοδομική
δραστηριότητα είχε ως αποτέλεσμα
τη δημιουργία τοπικών
αρχιτεκτονικών σχολών όπως της
Ηπείρου ή της Σερβίας, με ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά που βασίζονταν
όμως στις οικοδομικές πρακτικές και
αρχιτεκτονικές λύσεις της
μεσοβυζαντινής παράδοσης. Έτσι,
λοιπόν, η επισκόπηση της
αρχιτεκτονικής των τελευταίων δυο
αιώνων της βυζαντινής τέχνης θα
γίνει κυρίως με γεωγραφικά κριτήρια.
ΎΣΤΕΡΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (1204-1453)
52.
Η χάρη, οιραδινές και κομψές αναλογίες που επιτρέπουν την ένταξη των μνημείων στο φυσικό χώρο
και η αναζήτηση μιας χρωματικής και διακοσμητικής αρμονίας στις εξωτερικές όψεις συνθέτουν το
αρχιτεκτονικό ύφος της Υστεροβυζαντινής περιόδου. Τα σημαντικότερα και χαρακτηριστικότερα
παραδείγματα της παλαιολόγειας αρχιτεκτονικής εντοπίζονται στη Θεσσαλονίκη και στο Μυστρά. Στην
πόλη του Θερμαϊκού παρατηρείται στο α' μισό του 14ου αιώνα μία έντονη οικοδομική δραστηριότητα.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μνημείων της όπως των Αγίων Αποστόλων, της Αγίας Αικατερίνης,
του Αγίου Παντελεήμονα και άλλων είναι η αποκλειστική χρήση πλίνθων στην ανωδομή, η προτίμηση
στον τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού με περίστωο και η έντονη διακοσμητική διάθεση
στην εξωτερική διάρθωση των τοίχων. Τυφλά αψιδώματα, μικρές κόγχες και πλούσια κεραμοπλαστικά
κοσμήματα, που αποτελούνται από απλές πλίνθους τοποθετημένες σε άπειρα σχήματα (μαιάνδρους,
ψαροκόκκαλο κ.ά.) διακοσμούν τις εξωτερικές τους πλευρές. Τα στοιχεία αυτά εντάσσουν τα μνημεία
της Θεσσαλονίκης στην αρχιτεκτονική παράδοση της σχολή της πρωτεύουσας.
Ο ναός των Αγίων Αποστόλων στη
Θεσσαλονίκη.
53.
Οι παλαιότεροι αρχιτεκτονικοίτύποι συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται, ενώ στον ελλαδικό χώρο
εμφανίζεται ένας νέος τύπος ναού, ο σταυρεπίστεγος, που θα διαδοθεί στην Ήπειρο, τη Στερεά
Ελλάδα, την Εύβοια και την Πελοπόννησο. Το μικρό μέγεθος που έχουν συνήθως οι ναοί αυτοί
αλλά και η διάταξη της στέγασης σε σχήμα σταυρού με απλά μέσα, χωρίς τις ιδιαίτερες τεχνικές
γνώσεις και δεξιότητες που απαιτούν τα τρουλλαία κτίσματα, θα πρέπει να συνέβαλαν στην
ιδιαίτερη διάδοση αυτού του τύπου, που χρησιμοποιήθηκε συνεχώς στον ελλαδικό χώρο μέχρι και
το 18ο αιώνα. Στις κεντρικότερες περιοχές της αυτοκρατορίας και στην ίδια την πρωτεύουσα μετά
την ανάκτησή της (1261) δεν παρατηρείται μεγάλη οικοδομική δραστηριότητα. Συνήθως χτίζονται
προσθήκες σε παλαιότερους ναούς, παρεκκλήσια, εξωνάρθηκες και στοές.
Αριστερά: Η Πόρτα-Παναγιά στην Πύλη Τρικάλων, σταυροειδής με τρούλος ναός του 1283 όταν η
περιοχή ανήκε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου.
Δεξιά: Ο παλαιότερος γνωστός χρονολογημένος σταυρεπίστεγος ναός στον Ελλαδικό χώρο είναι η Αγία
Τριάδα στο Κρανίδι (1244).
54.
Ηγεμονία της Ηπείρου
Στηνπρωτεύουσα του κράτους της Ηπείρου εντοπίζεται ένας μεγάλος αριθμός μνημείων, που
μαρτυρούν την προσπάθεια των Κομνηνοδουκάδων ηγεμόνων να κάνουν την Άρτα ένα σημαντικό
κέντρο και να τονώσουν το γόητρο της εξουσίας τους. Εντονότερη καλλιτεχνική δραστηριότητα
παρατηρείται στα χρόνια του Μιχαήλ Β' (περ. 1230-1266). Ο δραστήριος δεσπότης και η γυναίκα
του, η Θεοδώρα, η οποία μετά το θάνατό της ανακηρύχτηκε Αγία, αναπτύσσουν ένα αξιόλογο
οικοδομικό πρόγραμμα. Νέοι ναοί ιδρύονται και παλαιότεροι διακοσμούνται στην ευρύτερη
περιοχή της πόλης όπως ο Άγιος Δημήτριος του Κατσούρη και η μονή της Κάτω Παναγιάς. Η
Παντάνασσα της Φιλιππιάδας και η Μονή Μεταμορφώσεως στο Γαλαξίδι αποτελούν επίσης
ιδρύματα του ηγεμονικού ζεύγους. Στα χρόνια του γιου του Μιχαήλ, Νικηφόρου και της συζύγου
του Άννας Παλαιολογίνας , ανιψιάς του Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου, η δραστηριότητα αυτή δε
σταματά και στο κράτος της Ηπείρου εισρέουν νεωτεριστικά στοιχεία από την Βασιλεύουσα.
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου του
Κατσούρη στην Άρτα. Ο ναός, αρχικό
κτίσμα του 10ου αι. που
μετασκευάστηκε, είναι σταυροειδής
εγγεγραμμένος με τρούλο και
ανατολικά καταλήγει σε τρεις
ημικυκλικές κόγχες. Η απλή
τοιχοποιία και το απλό τρίλοβο
παράθυρο της μεσαίας κόγχης του
ιερού είναι χαρακτηριστικά της
ναοδομίας του 10ου αι., στοιχείο που
δικαιολογεί το χαρακτηρισμό του ως
του αρχαιότερου βυζαντινού μνημείου
της Άρτας. Σ' αυτό συνηγορεί και η
σχεδόν παντελής έλλειψη
κεραμοπλαστικού διακόσμου.
55.
Ο ναός τηςΠαρηγορήτισσας στην Άρτα είναι ίδρυμα του ηγεμόνα της Ηπείρου Νικηφόρου Α'
Κομνηνοδούκα και της συζύγου του Άννας Παλαιολογίνας και αποτελούσε άλλοτε καθολικό
μονής. Το μνημείο ανήκει σ' έναν ιδιόμορφο οκταγωνικό τύπο με διώροφο περίστωο και
στεγάζεται με πέντε τρούλλους. Εξωτερικά δίνει την αίσθηση ενός ογκώδους κυβικού κτηρίου με
παράθυρα που θυμίζει ανακτορικά οικοδομήματα. Η ιδιομορφία του βρίσκεται στον τρόπο
στέγασης του κεντρικού χώρου. Συγκεκριμένα, ενώ ο ναός είναι στην κάτοψη οκταγωνικός με ένα
εκφορικό σύστημα, το άνοιγμα του χώρου που στεγάζεται με τον τρούλλο μικραίνει και αυτός
τέλος στηρίζεται σε τέσσερα μόνο τόξα. Επιδράσεις ξένες, σημειώνονται στα γλυπτά που κοσμούν
το ναό, τα οποία θυμίζουν έντονα γλυπτά της όψιμης ρομανικής τέχνης.
Ο ναός της Παρηγορήτισσας στην
Άρτα είναι το σπουδαιότερο
μνημείο της βυζαντινής Ηπείρου.
56.
Πελοπόννησος
Μετά την ήττατου Γουλιέλμου Βιλλεαρδουίνου στη μάχη της Πελαγονίας στα 1259 και την
παραχώρηση των τεσσάρων κάστρων της Πελοποννήσου (Μυστρά, Μάνης, Μονεμβασιάς και
Γερακιού) στο βυζαντινό αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο, η νότια Πελοπόννησος πέρασε
σταδιακά στα χέρια των Βυζαντινών.
Ο λόφος του Μυστρά όπως φαίνεται
σήμερα μετά την βυζαντινή παρουσία
δυο αιώνων. Το αρχικό κάστρο των
Φράγκων βρισκόταν στην κορυφή του
λόφου και αλλοιώθηκε ελάχιστα από
τους Βυζαντινούς. Η καστροπολιτεία
όμως δημιουργήθηκε με την ίδρυση
του Δεσποτάτου από τον Μιχαήλ
Η΄Παλαιολόγο.
57.
Αρχιτεκτονικά στοιχεία απότην ελλαδική σχολή σε
συνδυασμό με στοιχεία της σχολής της
Κωνσταντινούπολης αλλά και καθαρά τοπικές επινοήσεις
και επιρροές από τη δυτική αρχιτεκτονική χαρακτηρίζουν
τα μνημεία του Μυστρά που γίνεται η πρωτεύουσα του
ομώνυμου Δεσποτάτου . Εδώ επινοείται ένας νέος
αρχιτεκτονικός τύπος, ο μικτός, ένας συνδυασμός
τρίκλιτης βασιλικής στο ισόγειο με σταυροειδή
εγγεγγραμμένο στο υπερώο, ενώ παράλληλα
χρησιμοποιούνται και οι παλαιότεροι τύποι που
κυριαρχούν στην ελλαδική σχολή, όπως ο ηπειρωτικός
οκταγωνικός και ο δικιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος.
Η εξωτερική διαμόρφωση των τοίχων με χρήση πλίνθων
και λίθων, σύμφωνα με το πλινθοπερίκλειστο σύστημα,
χαρακτηριστικό στοιχείο της ελλαδικής σχολής
συνδυάζεται με τυφλά αψιδώματα και κεραμοπλαστικά
κοσμήματα, διαφορετικά από αυτά που συναντούμε
στους ναούς της Θεσσαλονίκης όπως αβακωτές
ζωφόρους, οδοντωτές ταινίες κ.ά.
Η Παναγία Οδηγήτρια ή Αφεντικό του Μυστρά. Ο ναός κτίστηκε από τον ηγούμενο Παχώμιο στις αρχές
του 14ου αιώνα ως καθολικό της Μονής Βροντοχίου, στην οποία ανήκε και ο κοντινός ναός των Αγίων
Θεοδώρων. Ανήκει στον ''μικτό τύπο του Μυστρά'', που συνδυάζει τη βασιλική στο ισόγειο και τον
τετράστυλο σταυροειδή εγγεγραμμένο με πέντε τρούλους ναό στο υπερώο, με στοές στη δυτική, βόρεια
και νότια πλευρά. Δύο διώροφα παρεκκλήσια διαμορφώνονται στα άκρα του νάρθηκα και δύο ισόγεια στη
βόρεια στοά, ενώ νότια της δυτικής στοάς υψώνεται τριώροφο κωδωνοστάσιο.
58.
O ναός τουAγίου Δημητρίου είναι το αρχαιότερο σωζόμενο μνημείο της πόλης. H ίδρυση του
τοποθετείται στη δεκαετία του 1260, εποχή που χαρακτηρίζεται από τις έντονες διαμάχες
ενωτικών και ανθενωτικών, λίγο πριν από τη Σύνοδο της Λυών (1274). Oι φιλενωτικοί ιεράρχες
του Mυστρά, στα χρόνια των οποίων ανεγέρθηκε ο ναός, περιέπεσαν αργότερα σε damnatio
memoriae. O αρχιτεκτονικός τύπος του ναού ήταν αρχικά αυτός της τρίκλιτης βασιλικής. H
διαίρεση σε κλίτη γινόταν με δύο σειρές κιόνων. Tο 15ο αιώνα, ο μητροπολίτης Mατθαίος
προσπάθησε να προσαρμόσει το σχέδιο της εκκλησίας στο πρότυπο του Aφεντικού. Έτσι
πρόσθεσε και δεύτερο όροφο με πέντε τρούλους, από τους οποίους ο κεντρικός στηριζόταν σε
τέσσερις πεσσούς. Aυτοί, με τη σειρά τους, μετέφεραν το βάρος τους στις δύο κιονοστοιχίες του
ισογείου. O 'Αγιος Δημήτριος, μετά από αυτές τις αλλαγές, πήρε τη μορφή τρίκλιτης βασιλικής
στο ισόγειο και ναού σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλο στον όροφο.
Ο υπέροχος ναός του Αγίου Δημητρίου
στο Μυστρά εξελίχθηκε σε έναν
περίπλοκο υβριδικό – διπλό – τύπο
εκκλησίας που επαναλήφθηκε στο
Μυστρά.
59.
Στα τέλη του13ου αιώνα ο οκταγωνικός ναός των
Aγίων Θεοδώρων ακολουθεί το αρχιτεκτονικό σχέδιο
της Aγίας Σοφίας στη Mονεμβασιά. O ναός βρίσκεται
στη βορειοανατολική γειτονιά της πόλης, δίπλα στην
Oδηγήτρια. Οι δύο εκκλησίες ανήκαν στη Μονή του
Βροντοχίου. Iδρυτής και πρώτος ηγούμενος του
μοναστηριού ήταν ο αρχιμανδρίτης Παχώμιος, που
ήρθε από την Kωνσταντινούπολη. Σε τμήμα από το
επιστύλιο του τέμπλου υπάρχει έμμετρη κτητορική
επιγραφή, όπου αναφέρονται τα ονόματα του
Παχώμιου και κάποιου Δανιήλ. Οι 'Αγιοι Θεόδωροι
φαίνεται ότι κτίστηκαν μεταξύ 1290-1295
Οι Άγιοι Θεόδωροι ανήκουν στον αρχιτεκτονικό τύπο του οκταγωνικού ναού με τρεις χαμηλές
αβαθείς αψίδες Ιερού στα ανατολικά. Η τοιχοποιία στο μεγαλύτερο μέρος συνίσταται σε απλή
αργολιθοδομή, ενώ πλινθοπερίκλειστο σύστημα εντοπίζεται σποραδικά. Στις τέσσερις γωνίες του
ναού διαμορφώνονται ισάριθμα παρεκκλήσια, από τα οποία τα ανατολικά είχαν ταφικό
χαρακτήρα. Ο νάρθηκας, με διώροφα πυργόσχημα παρεκκλήσια στη βόρεια και νότια πλευρά,
αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη.
60.
Οι 'Αγιοι Θεόδωροιείναι το τελευταίο γνωστό παράδειγμα σταυροειδούς οκταγωνικού ναού στο
Βυζάντιο. Ο τύπος έφθασε στον Μυστρά μάλλον μέσω της Μονεμβασιάς. Εκεί το 12ο αιώνα, είχε
κτιστεί η οκταγωνική με τρούλο εκκλησία της Aγίας Σοφίας. Ωστόσο το σχέδιο των Αγίων
Θεοδώρων δε βρήκε μιμητές και συνεχιστές στην πόλη του Μυστρά. Η Οδηγήτρια, που κτίστηκε
λίγα χρόνια αργότερα, έφερε πολλά νέα στοιχεία στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική της περιοχής
κι αποτέλεσε το πρότυπο για αρκετές από τις μεταγενέστερες εκκλησίες. Οι 'Αγιοι Θεόδωροι
έμειναν έτσι μια φιλόδοξη προσπάθεια, χωρίς όμως συνέχεια.
Η Αγία Σοφία της Μονεμβασίας στην κορυφή του κάστρου και στο χείλος του βράχου αποτελεί ένα από
τα αριστουργήματα της μεσαιωνικής ελληνικής τέχνης συνδυασμένο άριστα με το υπέροχο τοπίο.
61.
Αντιπροσωπευτικά μνημεία του14ου
αι, στο
Μυστρά είναι η Παναγιά Οδηγήτρια ή Αφεντικό
που χρονολογείται στις πρώτες δεκαετίες του
αιώνα και η Παναγιά Περίβλεπτος που
χρονολογείται στις τελευταίες δεκαετίες του. Και
τα δύο έργα, που συνδέονται με πρόσωπα των
ανώτερων κοινωνικών τάξεων της πόλης,
χαρακτηρίζονται για την υψηλή ποιότητα των
τοιχογραφιών τους.
Η Περίβλεπτος ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο του
δίστυλου σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού με τρεις
πενταγωνικές εξωτερικά αψίδες στο Ιερό και είσοδο
στη βόρεια πλευρά. Το μεγαλύτερο τμήμα του ναού
έχει κτιστεί κατά το πλινθοπερίκλειστο σύστημα, ενώ
εντοιχισμένα ανάγλυφα και πινάκια κοσμούσαν
αρχικά τα τύμπανα των κεραιών του σταυρού και το
ανατολικό τύμπανο, αντίστοιχα. Ο πλάγιος νάρθηκας
στη νότια πλευρά του ναού, το σπηλαιώδες
παρεκκλήσι της αγίας Αικατερίνης στη δυτική και τα
δύο συνεχόμενα παρεκκλήσια στην ανατολική
αποτελούν μεταγενέστερες προσθήκες.
62.
H Ευαγγελίστρια βρίσκεταιανάμεσα στον 'Αγιο Δημήτριο και στη Μονή Βροντοχίου. Η ιστορία
της δεν μας είναι γνωστή, καθώς δεν υπάρχει επιγραφή ή προσωπογραφία κάποιου ιδρυτή ή
ανακαινιστή. H χρονολόγησή της μπορεί να τοποθετηθεί στις αρχές του 15ου αιώνα, καθώς η
κατασκευή κι ο ζωγραφικός της διάκοσμος μιμούνται, με μικρή επιτυχία, παλαιότερα στοιχεία της
Οδηγήτριας, της Aγίας Σοφίας και της Περιβλέπτου. Ο αρχιτεκτονικός τύπος της εκκλησίας είναι
ο απλός δίστυλος σταυροειδής, συνηθισμένος στην ελλαδική σχολή. Oι διαστάσεις είναι μικρές,
αλλά οι αναλογίες κομψές. Πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία, με ατέλειες όμως, υπάρχει στην
ανατολική πλευρά, στις κεραίες του σταυρού και στο τύμπανο του τρούλου. Τα άλλα μέρη του
ναού είναι κτισμένα με απλή λιθοδομή.
Η Ευαγγελίστρια του Μυστρά.
63.
O ναός τηςΠαντάνασσας είναι ένα από τα σημαντικότερα μνημεία του α΄ μισού του 15ου αιώνα.
Iδρυτής του καθολικού και της μονής ήταν ο πρωτοστράτωρ Iωάννης Φραγκόπουλος, ο οποίος
άφησε μονογράμματα κι επιγραφή με το όνομα και τους τίτλους του στα πάνω δυτικά παράθυρα,
στο νοτιοδυτικό παρεκκλήσι και στην κυκλική βάση του τρούλου του νάρθηκα. Tα εγκαίνια της
μονής έγιναν το Σεπτέμβριο του 1428. Ο αρχιτεκτονικός τύπος της Παντάνασσας ανήκει στο
μικτό τύπο του Mυστρά, είναι δηλαδή τρίκλιτη βασιλική στο ισόγειο και ναός σύνθετος
σταυροειδής με τρούλο στον όροφο. Έντονες είναι οι φραγκικές επιδράσεις στην αψίδα, με
γοτθικά τόξα να περιβάλλουν μονόλοβα παράθυρα, στο ψηλό καμπαναριό, όπου τα τρίλοβα
ανοίγματα του πλαισιώνονται από ένα μεγάλο "σπασμένο" γοτθικό τόξο, και στον ψηλό τρούλο
της οροφής, που συνοδεύεται από τέσσερις μικρούς πύργους.
Η Παντάνασσα του Μυστρά.
64.
Τα παλάτια τουΜυστρά
Στην πλατεία της 'Ανω Χώρας υπάρχει ένα μεγάλο συγκρότημα κτιρίων, που η λαϊκή παράδοση
ήθελε ως "παλάτια της βασιλοπούλας". Τα μεγάλα αυτά κτίρια σχηματίζουν δύο πτέρυγες, που
ενώνονται στη βορινή γωνία της πλατείας και κλείνουν την ανατολική και τη δυτική πλευρά της.
Η παλαιότερη πτέρυγα του συγκροτήματος των ανακτόρων στον Μυστρά κτίστηκε μάλλον στα
χρόνια των Φράγκων (1249-1262). Εδώ κατοικούσε ο διοικητής του κάστρου με την οικογένειά
του, όταν η παρουσία του δεν ήταν απαραίτητη στο φρούριο της κορυφής του λόφου.
Στα χρόνια των Παλαιολόγων (1262-1461), το συγκρότημα των ανακτόρων μεγάλωσε και πάλι.
Η πτέρυγα που κτίσθηκε από τον Μανουήλ Καντακουζηνό, εξακολούθησε να χρησιμοποιείται ως
κατοικία της οικογένειας του δεσπότη. Προστέθηκε όμως στη δυτική πλευρά του υπάρχοντος
κτιρίου, ένα μεγάλο ορθογώνιο συγκρότημα. Το νέο κτίσμα είχε κελάρια κι αποθήκες στο ισόγειο
και πάνω από αυτά οκτώ δωμάτια μεγάλου μεγέθους.
Η Άνω Χώρα του Μυστρά με το ανακτορικό συγκρότημα.
65.
Ο επόμενος όροφοςείχε μια μεγάλη αίθουσα τελετών, που καταλάμβανε όλη την επιφάνεια του
συγκροτήματος, με οκτώ μεγάλα παράθυρα στο νότιο τοίχο, διακοσμημένα με τυφλές γοτθικές
αψίδες και έξι στο βόρειο. Το πιο ενδιαφέρον, ίσως, στοιχείο του ορόφου ήταν μια κόγχη στο
νότιο τοίχο, όπου μάλλον υπήρχε ο θρόνος του δεσπότη. Το μικρό δεσποτάτο της Πελοποννήσου
φαίνεται ότι ακολουθούσε πρότυπα κωνσταντινουπολίτικα στις επίσημες τελετές, το συμβολικό
περιεχόμενο των οποίων ήταν ανάλογο με αυτό του κέντρου της Αυτοκρατορίας. Με την όλη
οργάνωση του χώρου δινόταν έμφαση στον ιδιαίτερο χαρακτήρα της εξουσίας του δεσπότη, που
θεωρούνταν ηγεμόνας "ελέω Θεού", αντιπρόσωπος της Θείας Πρόνοιας επί γης.
Πανοραμική όψη των ανακτόρων του Μυστρά όπως αναστηλώθηκαν την τελευταία δεκαετία.
66.
Οι οικίες σώζονταισε πολύ καλή κατάσταση
και αποτελούν ''εύγλωττη'' μαρτυρία της
ποιότητας ζωής που παρείχαν. Διαθέτουν
ισόγειο και έναν ή πιο σπάνια δύο ορόφους.
Οι χώροι κατοίκησης βρίσκονται στον
όροφο, ενώ οι βοηθητικοί στο ισόγειο.
Βασικό πυρήνα των οικοδομημάτων του
Μυστρά αποτελεί το κτίσμα με ισόγειο και
μονόχωρο όροφο. Η προσθήκη δωματίων ή
και ολόκληρων οικιστικών μονάδων, ακόμα
και πύργων, σε αυτόν τον πυρήνα έχει σαν
αποτέλεσμα τη δημιουργία οικιών ποικίλης
μορφής.
Στις βυζαντινές μυστριώτικες οικίες, το
ισόγειο προορίζεται για βοηθητικές
υπηρεσίες (σταβλισμό ζώων, αποθήκευση,
μαγείρεμα). Είναι χτισμένο έτσι ώστε να
εξυπηρετεί αμυντικές ανάγκες: οι τοίχοι του
είναι παχείς, στέρεοι και συχνά εφοδιασμένοι
με τοξικές θυρίδες. Ο μεσόπατος, χαμηλός
όροφος πάνω από το ισόγειο, όπου υπάρχει,
καλύπτει ποικίλες ανάγκες. Τέλος, ο
τρίκλινος, διαμορφωμένος στον τελευταίο
όροφο ως μία μεγάλη ενιαία αίθουσα,
χρησιμοποιείται για φαγητό, ύπνο και
παραμονή.
Ανάμεσα στις οικίες ξεχωρίζουν με το μνημειακό
τους χαρακτήρα και την πολύ καλή κατάσταση
διατήρησης τους τα αρχοντικά του Λάσκαρη και του
Φραγκόπουλου στην Κάτω Χώρα και το Παλατάκι
στην Άνω Χώρα του Μυστρά.
67.
Τα κείμενα τηςπαρουσίασης βασίζονται κατεξοχήν:
Α) Στο συλλογικό έργο: Ελληνική Ιστορία (επιμ. Μ. Σακελλαρίου, Χρ. Μαλτέζου, Αλ.
Δεσποτόπουλος), τ.4 (Βυζαντινός Ελληνισμός) εκδ. Εκδοτική Αθηνών και «Η Καθημερινή»,
Αθήνα 2010
Β) Στα άρθρα της ιστοσελίδας του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού www.ime.gr/chronos/08,
www.ime.gr/chronos/09, www.ime.gr/chronos/10 (Βυζαντινή Περίοδος)
68.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ(ΕΛΛΗΝΙΚΗ Ή ΞΕΝΗ)
Γκιολές Νικόλαος, Βυζαντινή Ναοδομία (600-1204), εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1992
Γκιολές Νικόλαος, Παλαιοχριστιανική Τέχνη, Αθήνα 1998
Delvoye Charles, Βυζαντινή Τέχνη, εκδ. Παπαδήμας, Αθήνα 1998
Ελλάς, Ιστορία και Πολιτισμός του Ελληνικού Έθνους, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 1998
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Z – ΙA, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1981
Καραγιαννόπουλος Ιωάννης , Το Βυζαντινό Κράτος, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1996
Kean Roger Michael , Ιστορικός Άτλας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μτφρ. Αθανάσιος Κατσικερός, εκδ.
Σαββάλας, Αθήνα 2005
Nicol Donald, Οι Τελευταίοι Αιώνες του Βυζαντίου (1261-1453), μτφρ. Στάθης Κομνηνός, εκδ. Παπαδήμα,
Αθήνα 2001
Runciman Steven, Η Ιστορία των Σταυροφοριών, τ. Α-Γ, μτφρ. Άγγυ Βλαβιανού, εκδ. Γκοβόστη, Αθήνα 2006
Runciman Steven, Μυστράς, μετ. Λ. Καμπερίδης, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1986
Χριστοφιλοπούλου Αικατερίνη , Βυζαντινή Ιστορία, τα. Α-Γ1, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη και Αθήνα 1993-
2001